Είδαμε τις «Αναστατώσεις του Οικότροφου Τέρλες» [και γνωρίσαμε τους εν σπέρματι δικτάτορες]

24.03.2016
Τις «Αναστατώσεις του Κύριου Τέρλες» του Ρόμπερτ Μούζιλ είδαμε στο θέατρο Πόρτα σε σκηνοθεσία της Γεωργίας Μαυραγάνη. Ένα έργο, η διασκευή του οποίου ανεβαίνει για πρώτη φορά στην ελληνική σκηνή και για το οποίο έχει ειπωθεί πως αποτελεί το πιο διορατικό βιβλίο που έχει γραφτεί πριν τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, γιατί περιγράφει κυρίως το ναζισμό που τριάντα χρόνια μετά θα καλύψει με τη δυσωδία του ολόκληρη την Ευρώπη.

Στο έργο, ο νεαρός Τέρλες ανακαλύπτει συνεχώς τον εαυτό του και τον κόσμο μέσα σ' ένα αυστηρό ίδρυμα, όπου εκπαιδεύονται τα παιδιά των καλύτερων οικογενειών της Αυστρίας. Στo στρατιωτικό οικοτροφείο της Αυστροουγγαρίας, οι νεαροί οικότροφοι θα «συλλάβουν» τον συμμαθητή τους να κλέβει. Δεν θα τον παραδώσουν όμως για να τιμωρηθεί, αντίθετα θα βρουν την ευκαιρία να τον «χρησιμοποιήσουν ως όργανο» ξεσπώντας πάνω του -σχεδόν-ασυνείδητα όλη τους την καταπιεσμένη ορμή και σεξουαλικότητα.
Σ΄αυτό το περιβάλλον ο Τέρλες, το alter ego του ίδιου του συγγραφέα, νιώθει μοιρασμένος ανάμεσα σε δύο κόσμους: σ΄ένα σταθερό, ταχτοποιημένο, αστικό, όπου όλα λειτουργούν λογικά και σ΄έναν άλλον περιπετειώδη, σκοτεινό και μυστηριώδη. Σ΄ ένα κόσμο που κρύβεται μέσα στο μισοσκόταδο και στα μικρά καμαράκια του οικοτροφείου, πάνω ακριβώς από ένα καθωσπρέπει ίδρυμα της υψηλής κοινωνίας.

Είναι πραγματικά εκπληκτικό το πόσο μπορεί σήμερα να μας αφορά ένα έργο που γράφτηκε στις αρχές του 20ου αιώνα: η διεξοδική περιγραφή των επερχόμενων δικτατοριών με αποκορύφωμα το ναζιστικό καθεστώς και κυρίως η βήμα προς βήμα διαδικασία γέννησης του φασισμού που ταλανίζει τις κοινωνίες μας ακόμη και σήμερα με αμείωτη ένταση, η απάθεια και παθητικότητα του σύγχρονου ανθρώπου απέναντι στο δράμα που βιώνουν οι συνάνθρωποί του, το φαινόμενο του bullying που ναι μεν υπήρχε ανέκαθεν, σήμερα όμως τείνει να λάβει άγριες διαστάσεις, αλλά και το θέμα της ομοφυλοφιλίας που την τελευταία δεκαετία τείνει να απενοχοποιηθεί στις πολιτισμένες κοινωνίες της Δύσης. Και όλα αυτά σε συνδυασμό μ’ ένα πιστό και θαυμάσιο ψυχογράφημα της εφηβείας.

Η Γεωργία Μαυραγάνη κατάφερε και επεξεργάστηκε τα παραπάνω θέματα αριστοτεχνικά, χαρίζοντάς μας μια παράσταση λεπτής χειρουργικής ακριβείας, όπου τα πάντα ήταν εξονυχιστικά μελετημένα (τα βήματα, οι κινήσεις, οι σιωπές, τα βλέμματα, ακόμη και οι ανάσες). Παράλληλα, κατάφερε να «γεμίσει» την άδεια σκηνή του Θεάτρου Πόρτα και να τη μεταμορφώσει στα μάτια μας σε μία υποβλητική αρένα ψυχών με μοναδικό σκηνικό μέσο μία σειρά γυμνών λαμπτήρων που φώτιζαν κατά περίσταση (το σκηνικό επιμελήθηκε η Αρτεμις Φλέσσα). Άξιο θαυμασμού, το πως «έδεσε» την ομάδα των τεσσάρων νέων ηθοποιών συγχρονίζοντάς τους άψογα κινησιολογικά και συντονίζοντάς τους υποδειγματικά ψυχικά κάτω από τη σκηνοθετική της μπαγκέτα. Η κλιμακούμενης ένταση αφήγηση, που έφτασε να γίνει ανατριχιαστικός ψίθυρος με τη χρήση μικροφώνων, η χρήση των αιωρούμενων λαμπτήρων και το πλήρες τσαλάκωμά των ηρώων στο ψυχικό και σωματικό τους ξεγύμνωμα, ήταν τα «κλειδιά» της παράστασης που συνετέλεσαν στο να αναδειχθούν όλες οι προεκτάσεις του έργου του Μουζίλ. Χωρίς ίχνος διδακτισμού, χωρίς να «δικάσει» ή να κρίνει, χωρίς να αφεθεί στην ευκολία της εξωτερικής και επιφανειακής περιγραφής της βίας των τεσσάρων παιδιών του οικοτροφείου, η σκηνοθέτιδα εμβάθυνε τόσο ενδελεχώς στους χαρακτήρες τους, ώστε κατόρθωσε να σταχυολογήσει τα χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητές τους αποδεικνύοντας τελικά πως η πραγματική βία βρίσκεται μέσα στην ανθρώπινη ψυχοσύνθεση και τις παρεκτροπές της.

Οι τέσσερις νέοι ηθοποιοί έδωσαν την ψυχή τους πάνω στη σκηνή. Δεν θα μείνουμε σε κάποιες επιμέρους ερμηνευτικές τους ατέλειες που δικαιολογούνται απόλυτα από την έλλειψη εμπειρίας τους, αλλά στο μοναδικό τρόπο που μπήκαν στα άδυτα της ψυχής των προσώπων του έργου. Ο Βαγγέλης Αμπαζής έδωσε μία πολυεπίπεδη ερμηνεία στο ρόλο του Τέρλες, καθώς αρχικά δημιούργησε την εντύπωση ενός εύθραυστου και ανασφαλή νεαρού γεμάτου ευαισθησίες, ενώ όσο περνούσε η ώρα αρχίσε να αμφιταλαντεύεται εσωτερικά και να ρέπει προς την παθητικότητα, την σκληρότητα και την αναισθησία.Ο Βασίλης Σαφός ως Μπάινεμπεργκ και ο Μπλερίμ Δαμπιρά ως Ράιτινγκ αντιστοίχως μας έπεισαν απόλυτα με τον πρώτο να κερδίζει τις εντυπώσεις. Οι χαρακτήρες που σκιαγράφησαν προσεγγίζουν επικίνδυνα τους σύγχρονους εν σπέρματι δικτάτορες, γι΄αυτό και αποτελούν τον κύριο συνδετικό κρίκο της παράστασης με το σήμερα…. Εξαιρετικός ο Γρηγόρης Μπαλάς στο ρόλο του Μπαζίνι, του νεαρού που δέχτηκε καρτερικά και άκρως παθητικά πάνω του όλη την επιθετικότητα, τις ταπεινώσεις και τους πειραματισμούς των συμμαθητών του.

Αξίζει να δει κάποιος τη συγκεκριμένη παράσταση; Εξυπακούεται. Πρόκειται για μία από τις πιο δυνατές θεατρικές εκπλήξεις της φετινής θεατρικής σεζόν, Όσοι επιλέξετε να τη δείτε πάρτε μία γερή ανάσα πριν. Θα σας χρειαστεί γιατί πραγματικά αποτελεί τον ορισμό της παράστασης που βλέπεται απνευστί....

Γεωργία Οικονόμου

[email protected]