Έτσι, γίναμε μάρτυρες μιας απρόσμενης θεατρικής συνάντησης δύο πολιτισμών με βαθιές ρίζες μέσα στον χρόνο: Το Ιαπωνικό θέατρο Νο, 800 χρόνια από την ίδρυσή του, καταπιάνεται με την Νέκυια της Ομηρικής Οδύσσειας, ενός έργου που έχει δημιουργηθεί περίπου 2.500 χρόνια πριν.
Στην –ονομαζόμενη και Νεκυομαντεία ή Νέκυια– ραψωδία λ, ο Οδυσσέας αφηγείται πώς, από νόστο για την πατρίδα του, και με την παρότρυνση της Κίρκης, επιχείρησε την κάθοδο στον Άδη προκειμένου να λάβει από το μάντη Τειρεσία χρησμό για τον γυρισμό του στην Ιθάκη. Εκεί συναντά με τεράστια συγκίνηση την μητέρα του Αντίκλεια, μαθαίνει τα νέα της πατρίδας του, αλλά και το λόγο του θανάτου της, συναντά και μεγάλους πολεμιστές του Τρωικού Πολέμου, όπως τον Αίαντα, αλλά και τον αγαπημένο του φίλο Ελπήνορα και άλλους ήρωες του Τρωικού Πολέμου.
Τα λόγια αυτά του Ομήρου τα παρακολουθήσαμε – στην εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Μαρωνίτη- υπό ένα τελείως διαφορετικό θεατρικό πρίσμα. Τα είδαμε θεατροποιημένα με πολύ αργές, σχεδόν βασανιστικές, κινήσεις, μέσα σε περιβάλλον όπου κατά κύριο λόγο απουσίαζε η δράση και οποιοσδήποτε αυτοσχεδιασμός ήταν ...αόρατος. Επρόκειτο για την επικράτηση της απόλυτης τελετουργίας μέσα σ΄ έναν εξαιρετικό εικαστικό διάκοσμο. Για μία νοερή μεταφορά σ΄έναν πολιτισμό σχεδόν παραμυθένιο. Αυτόν του παραδοσιακού ιαπωνικού θεάτρου που έντυσε το «δικό» μας Οδυσσέα με ρούχα Σαμουράι και φόρεσε στην Κίρκη μάσκα και κιμονό... Αυτόν που τραγούδησε μεν τα ομηρικά λόγια στα Ιαπωνικά, αλλά αυτά τα λόγια έφταναν στα αφτιά μας σαν ήχοι βυζαντινοί.
«Εμείς, οι ηθοποιοί του θεάτρου Νο από την μακρινή Ιαπωνία καλούμε τις ψυχές των νεκρών. Οι καλλιτέχνες ακούμε τις φωνές τους και κατευνάζουμε τα πνεύματά τους», τραγουδάει ο χορός στην αρχή σε μία έξοχη συνένωση των δύο πολιτισμών. Ναι, όσο διαφορετικό και αν ήταν αυτό που είδαμε, όσο έξω από τα μέτρα και τα σταθμά τα δικά μας, νιώσαμε πως βλέπουμε κάτι σπουδαίο, κάτι διαφορετικό.
Δεν ξέρουμε πόση ώρα και πόσες φορές μπορεί να αντέξει το θέαμα αυτό ένας Ελληνας θεατής που είναι εξασκημένοςσε άλλου τύπου θεατρική δράση. Ξέρουμε – ή μάλλον είδαμε- πως οι 10.000 θεατές που δήλωσαν παρόντες στην Επίδαυρο παρακολουθήσαν με κομμένη την ανάσα για περίπου δύο ώρες την παράσταση . Και θα τολμήσουμε να πούμε πως μ΄έναν περίεργο, σχεδόν μεταφυσικό, τρόπο τελικά όλοι μας βιώσαμε την κάθαρση και ήρθαμε σ΄έπαφή με την ουσία του έργου του Ομήρου. Καταδυθήκαμε και εμείς στον Αδη και βιώσαμε στις ψυχές μας το μεγάλο νόστο του Οδυσσέα για την πατρίδα του, την Ιθάκη.
Δεν θα μπορούσαμε να μην σημειώσουμε ωστόσο, πως μας ξένισε αρκετά το απόλυτα ιαπωνικό σκηνικό της παράστασης, καθώς οι μεγάλοι επιμήκεις ξύλινοι διάδρομοι κατέληγαν σε μία μεγάλη ορθογώνια ξύλινη εξέδρα διακοσμημένη με πεύκα, στο μέσο της ορχήστρας. Ενώ κατανοήσαμε απόλυτα την επιλογή του Μιχαήλ Μαρμαρινού να μας παρουσιάσει μία καθαρόαιμη παράσταση του θεάτρου ΝΟ, μία παράσταση απόλυτα πιστή στους πανάρχαιους κανόνες του, δεν καταλάβαμε γιατί δεν αξιοποιήθηκε η ορχήστρα της Επιδαύρου αυτή καθεαυτή και γιατί η παράσταση δεν διαδραματίστηκε πάνω της. Θα είχε πραγματικά τεράστιο ενδιαφέρον να βλέπαμε το ίδιο θέαμα καταλλήλως «διακοσμημένο» πάνω στην κυκλική ορχήστρα, θα ήταν μία επιπλέον μείξη των δύο πολιτισμών, ένα μεγάλο επιπλέον κεφάλαιο στην ιστορία του αρχαίου αυτού θεάτρου.
Αξιζε τελικά να δει κάποιος την Νέκυια; Εξυπακούεται. Επρόκειτο για μία εξαιρετικά πολύτιμη εμπειρία που δεν πρέπει να λείπει από τις «αποσκευές» των θεατρόφιλων.
Γεωργία Οικονόμου
[email protected]