«Το μουσείο αυτό είναι το ελάχιστο που μπορεί να κάνει η πόλη για να τιμήσει αυτήν την εξαιρετική ερμηνεύτρια, τη μεγάλη ντίβα της όπερας. Θα είναι ένα μουσείο που δεν απευθύνεται μόνο στους θαυμαστές της όπερας, αλλά κυρίως σε όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με την όπερα», εξήγησε χθες ο δήμαρχος, κατά την πρώτη παρουσίαση της μουσειολογικής και μουσειογραφικής μελέτης του μουσείου «Μαρία Κάλλας», στο κτίριο που θα φιλοξενήσει το μουσείο.
Πρόκειται για ένα μουσείο βιωματικό, στο οποίο ο επισκέπτης θα μπορεί να μάθει για τη ζωή και την τέχνη της και φυσικά να απολαύσει τη φωνή της μεγάλης σοπράνο. Η φωνή της Κάλλας αποτελεί τον κορμό της συλλογής και ο επισκέπτης θα έχει τη δυνατότητα να μυηθεί στην εκφραστική της δεινότητα, μέσα από ηχογραφήσεις και βιντεοσκοπήσεις.
Διαδραστικές εφαρμογές μαζί με ηχητικά και οπτικά ντοκουμέντα θα παρουσιάζουν παράλληλα το χρονολόγιο της ζωής της, ενώ θα σκιαγραφούν και το ευρύτερο ιστορικό πλαίσιο. Σημαντικοί ρόλοι που ερμήνευσε, άνθρωποι που την καθόρισαν, προσωπικά της αντικείμενα, κοστούμια, ρόλοι, επιστολές, τηλεγραφήματα, σημειώσεις για τα σκηνικά, συλλεκτικές αφίσες, εμβληματικές φωτογραφίες, προγράμματα από τις παραστάσεις της θα παρουσιάζονται μέσα από τη συλλογή της «Τεχνόπολις» (στόχος του δήμου είναι το μουσείο να εμπλουτίζεται με δανεισμούς και δωρεές αντικειμένων από συλλέκτες και φορείς).
Πώς διαχειρίζεται κανείς την κληρονομιά μίας τόσο μεγάλης προσωπικότητας με φρέσκο τρόπο;
Αυτό ήταν το κύριο ερώτημα που κλήθηκαν να επιλύσουν οι μελετητές του μουσείου, η μουσειολόγος Ανδρομάχη Γκαζή και η αρχιτέκτονας-μουσειολόγος Ερατώ Κουτσουδάκη-Γερολύμπου (με τη συνδρομή του μουσικολόγου Αλέξανδρου Χαρκιολάκη). «Πρώτος στόχος μας ήταν να αφήσουμε τον επισκέπτη να βυθιστεί στη φωνή και την ερμηνεία της Κάλλας», εξήγησε η κ. Γκαζή. Ηδη από τον ανελκυστήρα τούς επισκέπτες θα υποδέχεται ένα σπάνιο ντοκουμέντο, στο οποίο η Μαρία Κάλλας μιλά στη μητρική της γλώσσα κατά τη διάρκεια επίσκεψής της στην Αθήνα τον Αύγουστο του 1957.
Διαβάστε περισσότερα στο ΕΘΝΟΣ