Είδαμε την Άνοδο και Πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ!(***)

15.03.2012
Η «Άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ» είναι ένα έργο επικίνδυνα επίκαιρο. Έχει μέσα του όλα τα στοιχεία της λαίμαργης εξουσίας και της dark side που μπολιάζει μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο που έχει μια ατέλειωτη δίψα να κερδίζει λεφτά και είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Η «Άνοδος και η πτώση της πόλης Μαχαγκόννυ» είναι ένα έργο επικίνδυνα επίκαιρο. Έχει μέσα του όλα τα στοιχεία της λαίμαργης εξουσίας και της dark side που μπολιάζει μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο που έχει μια ατέλειωτη δίψα να κερδίζει λεφτά και είναι ο κυρίαρχος του παιχνιδιού.

Μέσα από τους σωρούς των σκουπιδιών του σκηνικού αναδύθηκε η πιο δύσοσμη προειδοποίηση για τις εκτροπές των καπιταλιστικών κοινωνιών. Αχρειότητα, φθηνός έρωτας, λαιμαργία μέχρι θανάτου, απληστία και κατάργηση κάθε απαγόρευσης είναι σημαίες στην παρηκμασμένη πόλη του Μαχαγκόννυ.

Αποτυπώθηκαν τόσο στο δυσώδες και αποκρουστικό περιβάλλον της χωματερής, όσο και στην τολμηρή σκηνοθεσία που μετέτρεψε τη σκηνή της αίθουσας Τριάντη σε «whiskey bar» με ημίγυμνα κορίτσια και τραβεστί να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους στους αποχαυνωμένους κατοίκους της σάπιας κοινωνίας της πόλης των απολαύσεων.

Εκείνoυς που ανέλαβαν να φτιάξουν έναν γυαλιστερό κόσμο μέσα από τα σκουπίδια που θα θυμίζει ένα φιλήδονο Λας Βέγκας κι ο καθένας θα μπορεί ν’ απολαύσει όλες τους τις φαντασιώσεις με αφετηρία το στομάχι και κατάληξη το κρεβάτι. Το μόνο που κατάφεραν είναι να μπουν περισσότερο μέσα στις βρωμερές σακούλες της χωματερής, το αυτοσχέδιο ρινγκ τους να βουλιάξει μαζί με τους φιλόδοξους μποξέρ τους και να γίνουν θύματα του επιφανειακά χλιδάτου δημιουργήματος τους.

Η ομάδα των La Fura dels Baus έφτιαξαν ένα επιβλητικό σκηνικό το οποίο από το πρώτο λεπτό σε μαγνητίζει μέσα του και νιώθεις πως όλη η σκοτεινιά και η «βρωμιά» της ατμόσφαιρας που επικρατεί στην πόλη έχει μπει στα σώματα των ηθοποιών και των μουσικών τους. Επίσης έπαιξαν έξυπνα με τις ισορροπίες μεταξύ προκλητικού και συντηρητικού θεάματος και είχαν πολλές φορές οξύμωρες εικόνες να συνδυάζονται αρμονικά στην ίδια σκηνή.


Μουσικά ξεχωρίσαμε τον Ιταλό Φράνκο Φαρίνα, έναν τενόρο καριέρας, που ως Τζίμι Μάχονι απέδωσε πολύ καλά φωνητικά, αλλά και σκηνικά ένα ρόλο με μεγάλη γκάμα ερμηνευτικών χρωμάτων. Έχοντας ανακαλύψει και απομυθοποιήσει τους κανόνες της ανθρώπινης ευδαιμονίας καταλήγει να κατηγορείται ανάμεσα σε άλλα για το μεγαλύτερο επί γης αμάρτημα: το να μην έχεις χρήματα!

Η Πολωνή Ελζμπιέτα Ζμύτκα, έδωσε μια Τζένι με την απλότητα που θα ήθελε το δίδυμο των Μπρεχτ – Βάιλ, αφού η «Άνοδος» δε στηλιτεύει μόνο τον υλικό πολιτισμό, αλλά μια πλευρά της αποδομεί το στόμφο και τα «τελετουργικά» της κλασικής όπερας, την υπερβολή της και τις χωρίς ουσία επαναλήψεις που δεν εξυπηρετούν την πλοκή του μουσικού θεάτρου. Η Πολωνή σοπράνο ισορρόπησε ανάμεσα στο τζαζ και τον κλασικό ήχο, με την ίδια επιτυχία που ισορρόπησε επάνω στα ψηλά τακούνια της Τζένι.

Η Αμερικανίδα Τζέιν Χένσελ (Χήρα Μπέκμπικ), μια γνήσια δραματική φωνή για «βαρύ ρεπερτόριο» έδειξε την εμπειρία της, σε μια παραγωγή που μουσικά αποδόθηκε με αρτιότητα, με μοναδική ένσταση την κάπως δυνατότερη από όσο θα θέλαμε ένταση της ορχήστρας.

Οι μπάσος Τάσος Αποστόλου και ο τενόρος Χάρης Αδριανός ήταν οι πολύ καλές ελληνικές παρουσίες του καστ, ενώ θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε και στη φωνητική κλάση του στιβαρού Αμερικανού τενόρου Ντόναλντ Καας (Φάτυ ο Πληρεξούσιος).


Ολόκληρο το πολύ δυνατό και έντονα φορτισμένο δεύτερο μέρος, με τα μεγάλα πανό και τα συνθήματα θα μπορούσε να διαδραματιστεί στους δρόμος της Αθήνας αλλά και όλων των «αγανακτισμένων» πόλεων που ζουν παρόμοιες καταστάσεις μ’ εμάς.

Μια μεγάλη παραγωγή που σ’ εντυπωσιάζει στις λεπτομέρειες αλλά και σε σκηνές όπως εκείνης της Μάσας με το τεράστιο τραπέζι με τους κουστουμάτους να καταβροχθίζουν τα πάντα με πολύ γρήγορους ρυθμούς θυμίζοντας εγχώριους πολιτικούς και η slow motion στιγμή που μαθαίνουν οι κάτοικοι πως έρχεται τυφώνας.

Α.Ν, K.Π
Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου