Ο Ροδίτης είναι μια από τις πιο παλιές γηγενείς ποικιλίες, που μπορεί να υπερηφανεύεται για τη μοναδικότητά της. Αν και η παραγωγή των λευκών ξηρών κρασιών που χαρίζει ο Ροδίτης κάνει ταιριαστό γάμο με την ελληνική κουζίνα, εντούτοις ο Ροδίτης δεν έχει την αναμενόμενη για την προσωπικότητά του ζήτηση. Η τάση των καταναλωτών στη χώρα μας εστιάζεται σε πιο φρουτώδη και αρωματικά κρασιά και ίσως αυτός να είναι ο λόγος για τον οποίο δεν βρίσκεται στην πρώτη γραμμή ζήτησης. Είναι πράγματι μια παρεξηγημένη ποικιλία;
«Ο Ροδίτης έχει πράγματι παρεξηγηθεί, και δικαίως, τις τελευταίες δεκαετίες. Δεν ήταν, όμως, πάντα έτσι», λέει ο Αγγελος Ρούβαλης, οινολόγος οινοποιός. «Τα τελευταία χρόνια τα φυτώρια τροφοδότησαν με άκριτο τρόπο τον ελληνικό αμπελώνα, ο οποίος υποχρεωτικά ανανεωνόταν λόγω της φυλλοξήρας, με τον ?πιο παραγωγικό? πράσινο Ροδίτη, που δίνει μεν πολύ μεγάλες αποδόσεις, αλλά μέτρια κρασιά».
Και ο κόκκινος Ροδίτης, που αναφέρει η παράδοση, τι έγινε; «Ο κόκκινος Ροδίτης αντιστάθηκε όπου μπόρεσε και ειδικότερα στις ορεινές αμπελουργικές ζώνες, οι οποίες εκ των πραγμάτων δουλεύουν με μικρές αποδόσεις». Τα κρασιά από την ποικιλία Ροδίτης έχουν το δικό τους κοινό, που ανακαλύπτει τις χάρες και τη δυναμική τους στο ποτήρι. Ο Αγγελος Ρούβαλης αναλαμβάνει να λύσει κάθε απορία: «Ο Ροδίτης, ναι, δίνει κρασιά υψηλών απαιτήσεων. Συνδυάζει γευστικό πλούσιο σώμα με ικανή οξύτητα, αντέχει στον χρόνο και έχει μεγάλη ικανότητα παλαίωσης. Αρωματικά, χωρίς να είναι υπερβολικός, όπως πολλές αρωματικές ποικιλίες (πράγμα που τις καθιστά ασύμβατες με την καθημερινή διατροφή), έχει φρουτώδη σύνθετα αρώματα, φιλικά με τα φαγητά. Γι’ αυτό είναι κατεξοχήν κρασί φαγητού. Είναι εντυπωσιακό ότι στο εξωτερικό η γεύση του εκτιμάται πολύ περισσότερο από όσο εδώ, στην Ελλάδα, όπου ο καταναλωτής ψάχνει για το κραυγαλέο και το καινοφανές».
Αν και η ποικιλία καλλιεργείται σε πολλά μέρη της Ελλάδας, «πολλές φορές με άλλα ονόματα, όπως Ρογδίτης (Χανιά), Βιολέντο (Ζάκυνθος - Ηλεία), Κανελάτο (Μέγαρα), οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις Ροδίτη βρίσκονται στην Πελοπόννησο. Επίσης, στην Κεντρική Ελλάδα (Βοιωτία, Εύβοια κ.α.) και σε μικρότερο βαθμό σε Θεσσαλία, Θεσσαλονίκη, Χαλκιδική», σημειώνει ο Αγγελος Ρούβαλης και προσθέτει: «Τα καλύτερα αποτελέσματα, τα δίνει ο Ροδίτης σε υψόμετρο πάνω από 300-400 μ.».
Προτιμάει τις περιοχές με υψόμετρο και κατά καιρούς έχουν καταπλήξει αξιόλογοι Ροδίτες που παράγονται σε ορεινούς αμπελώνες: «Ξέρουμε όλοι τα σπουδαία κρασιά από τις Πλαγιές της Αιγιάλειας και τα τελευταία χρόνια από την καλλιέργεια Ροδίτη σε αμπελοτόπια της Φλώρινας».
Ενα από τα πιο εμβληματικά κρασιά που έχει συγκεντρώσει διακρίσεις και μετάλλια, αλλά και την αγάπη τόσο του ελληνικού όσο και του ξένου κοινού είναι το Ασπρολίθι, και ο δημιουργός του, ο Αγγελος Ρούβαλης, μας ταξιδεύει στην ιστορία του: «Γεννήθηκε το 1990 και υπήρξε από τα πρώτα κρασιά της αυγής του ποιοτικού ελληνικού κρασιού. Γι’ αυτό έφερε στην ετικέτα του τη φράση «εν μέση πέτρα άμπελος ηβή», που σημαίνει ότι το αμπέλι σε άγονα εδάφη αναπτύσσεται με ορμή εφήβου, φράση η οποία μεταφορικά έδειχνε την πεποίθησή μας ότι το ποιοτικό ελληνικό κρασί θα αναπτυχθεί παρ’ όλες τις αντιξοότητες. Παραγόταν, όπως και σήμερα, αποκλειστικά από Ροδίτες της ορεινής Αιγιάλειας, αλλά αυτό δεν γινόταν πιστευτό ούτε από φίλους οινολόγους που ώς τότε είχαν συνηθίσει να έχουν αρώματα μόνο στις λεγόμενες αρωματικές διεθνείς ποικιλίες. Η δε οξύτητά του ήταν εκπληκτική», λέει και συνεχίζει: «Η αλήθεια είναι ότι και εγώ είχα ξαφνιαστεί όταν πρωτογεύτηκα Ροδίτες από βαρέλια χωρικών αυτής της αμπελουργικής ζώνης και έτσι προχώρησα στις πρώτες οινοποιήσεις, όπου χρησιμοποιούσαμε ως ψυκτικό μέσο το νερό μιας γεώτρησης!» Σε πείσμα των δυσκολιών που αντιμετώπιζε, ο οινοποιός πίστευε στις δυνατότητες της ποικιλίας και «Μετά το 1993, με τη βοήθεια ευρωπαϊκών προγραμμάτων, αποκτήσαμε όλα τα μέσα για να βοηθήσουμε τον Ροδίτη να εκφραστεί ακόμα καλύτερα».
Ενα κρασί φαγητού
Αντιπροσωπευτικό κρασί που ταιριάζει με τη μεσογειακή διατροφή και την ελληνική κουζίνα. Η οικεία γεύση του παντρεύεται με τα λαδερά, τη φέτα, τα αβγοκοφτά πιάτα, τις πίτες και τα χορταρικά, τα ψάρια και τις σούπες, τα όσπρια, τα «μικρά» κρέατα. Ολα αυτά που αναζητούν πότε την ικανή του οξύτητα (λαδερά, φέτα, ψάρια), πότε την πλούσια γεύση του (όσπρια, σούπες, λευκά κρέατα) και πότε την κομψότητά του (ορεκτικά και αβγοκομμένα). Πίνεται όμως και χωρίς συνοδευτικούς μεζέδες.
Ρούβαλης & ροδίτης
Τα αμπέλια του, σε υψόμετρο 700-900 μ., είναι μπαλκόνια πάνω από τη θάλασσα του Κορινθιακού Κόλπου και το τοπίο από τα πιο εντυπωσιακά του ελληνικού αμπελώνα.
Ο σωστά οινοποιημένος και εμφιαλωμένος ποιοτικός Ροδίτης, εξηγεί ο οινοποιός, διαφέρει από το χύμα αντίστοιχο κρασί σε τρία βασικά στοιχεία:
* Εχει φρουτώδη αρώματα.
* Εχει ικανή οξύτητα, που του δίνει δροσιά, γευστική αρμονία και κομψότητα.
* Δεν έχει υψηλό αλκοολικό βαθμό, αφού ήδη από τους 11,5% vol ο Ροδίτης έχει πλούσιο γευστικό σώμα.