Στην πλατεία του Πάλου βρίσκεται ένα μεγάλο γωνιακό δίπατο σπίτι με αυλόθυρα. Ηταν προικώο της συζύγου του Πέτρου Οικονόμου του -επί τριάντα χρόνια- δημάρχου του νησιού. Σε μια εποχή ανέχειας στο ούτως ή άλλως φτωχό νησί, οι περιουσίες των δώδεκα "καλών οικογενειών" του τόπου φάνταζαν ακόμα μεγαλύτερες και λαμπερές στα μάτια των διαβατάρηδων στις γειτονιές έξω από το Κάστρο.
Η μεγάλη αστική κατοικία που βλέπουμε σήμερα, στην πραγματικότητα είναι δυο παλιά ενωμένα σπίτια. Εχουν αλλάξει ιδιοκτήτες και χρήσεις και τα ίχνη των προκατόχων τους έχουν αποτυπωθεί στην τελική μορφή του κτίσματος. Το ένα από αυτά έχει βενετσιάνικα πανύψηλα θολάρια (μήκους 7 μέτρων), από τα μεγαλύτερα του νησιού. Κάποτε τα λιθόχτιστα αυτά θολάρια ήταν στάβλοι: κάποια περίοδο στο ισόγειο στεγάστηκαν μαγαζιά, ενώ από πάνω υπήρχαν δύο κύριες κατοικίες. Τώρα πια το ενιαίο σπίτι ανήκει στον Μαρτσέλο και την Ελληνίδα σύζυγό του, η οποία φροντίζει προσωπικά για κάθε διακοσμητική λεπτομέρεια. Με σπουδές graphic design στη Γερμανία, πολλά ταξίδια και με λατρεία για την Αστυπάλαια, η ιδιοκτήτρια από καλοκαίρι σε καλοκαίρι φτιάχνει το σπίτι της, ανακαλύπτοντας την έμπνευση στα παραδοσιακά αντικείμενα που υπάρχουν σε παλιά σπίτια αλλά και τους καλύτερους τεχνίτες του είδους σε όλη την Ελλάδα.
Οχι μόνο σέβεται την παράδοση, την αγαπά βαθιά και κάνει τα πάντα για να τη διατηρήσει ζωντανή κι ανόθευτη. Αυτό το εγχείρημα χρειάζεται γνώση κι ευαισθησία, προϋποθέτει επιμονή και μια ξεκάθαρη θέση ζωής. Στο σπίτι αυτό η αρτιότητα που απορρέει από την ακαδημαϊκή προσέγγιση της αισθητικής και η καλλιέπεια που πηγάζει από εμφανές ταλέντο, συγχέονται με την αστυπαλιώτικη παράδοση και κάποιες επιρροές από την Ιταλία. Ολα φιλτράρονται από τη σύγχρονη ματιά, την έμπειρη, την ουσιαστική. Στις εξωτερικές όψεις αποτυπώθηκαν τυπικά γνωρίσματα του παραδοσιακού στιλ του νησιού: ξύλινα καφασωτά κάγκελα και φουρούσια στα μπαλκόνια, πλαίσια από εμφανή πωρόλιθο στα ανοίγματα, διακριτικό γνώρισμα των "καλών" σπιτιών (στο νησί δεν υπήρχαν άφθονες καλές πέτρες ούτε καλοί τεχνίτες, με αποτέλεσμα να καλύπτεται η λιθοδομή με παχύ σοβά και ασβέστη), ενώ οι πόρτες είναι ταμπλαδωτές - μάλιστα μερικές από αυτές μοιάζουν με τις παλιότερες, που άνοιγαν και σαν παράθυρα. Εσωτερικά υπάρχουν θολάρια, σεφάδες (ξύλινα συνήθως πατάρια) και αποκρέβατοι (χώροι κάτω από τους κρέβατους), παραστιές, ξύλινα βαμμένα ταβάνια, παγκάδες (νυφιάτικα μπαούλα που χρησιμοποιούνται στον αστυπαλιώτικο γάμο) και ξυλόγλυπτα ράφια με τα καλά πιάτα σε παράταξη. Η συγκέντρωση τόσων αυθεντικών πραγμάτων αλλά και αγαστή συνύπαρξή τους μέσα σε ένα χώρο σφραγισμένο με όλα τα τυπικά στοιχεία της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, δημιουργούν μια υποβόσκουσα συγκίνηση...
Οκτώ παραπλήσιες αποχρώσεις του γαλάζιου απλώνονται στις κατασκευές και στα δωμάτια και -βοηθούντος του φωτισμού- διατηρούν τις ισορροπίες χωρίς να δημιουργούν πλήξη κι αίσθηση ψυχρής τυποποίησης. Η ιδιοκτήτρια αναζήτησε παντού τα αντικείμενα που θα ταίριαζαν σε ένα σπίτι τέτοιας αξίας. Χειροποίητα πλακάκια βγαλμένα από το καμίνι του Σουηδού Fetco στην Πάτμο, γκρι τσιμεντένια από τη Ρόδο, ψάθινες καρέκλες του Μιχάλη Μιχαηλίδη από το Μοναστηράκι, πλεχτά καλάθια του Αντώνη Σοϊλη (μερικά μετατράπηκαν σε ρουστίκ φωτιστικά) και ντόπια παλιά κεραμικά τοποθετήθηκαν σε επιλεγμένα σημεία. Μερικά ιταλικά έπιπλα και ναυτικές αντίκες συνταιριάστηκαν με αντίγραφα παραδοσιακών κομματιών. Ωραίες ελληνικές εικόνες, άχρονες... τοπιογραφίες πολύ πιο "μεστές" από ένα τυπικό σκηνικό που θυμίζει αμυδρά κάτι. Το μεγάλο παλιό σπίτι της Αστυπάλαιας παρά τη γαλήνια επιφάνειά του έχει ανήσυχη "ψυχή". Δομημένο εσωτερικά, ξεκινάει τη σε βάθος αποκάλυψή του, αφήνοντας να ανασυρθεί η ουσία των πραγμάτων. Ενα συναίσθημα που συνεπαίρνει, διατηρώντας ανέπαφες τις αξίες της ελληνικότητας...