Μπράιαν Ντε Πάλμα - obsession

03.04.2007
Ηδονοβλεψία, μισογυνισμός, διαστροφή, εμμονοληψία: αυτουργός όλων αυτών των κατηγοριών που του έχουν αποδοθεί κατά καιρούς από κοινό και κριτικούς, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα φρόντισε σε τέσσερις δεκαετίες καριέρας να τις ενσωματώσει δημιουργικά σε μερικές από τις πιο θρασείς, εξοργιστικές και ταυτόχρονα συναρπαστικές ταινίες της σύγχρονης αμερικανικής οθόνης. Ευκαιρία για μια κουβέντα μαζί του, με αφορμή την κυκλοφορία της Μαύρης Ντάλιας. Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

Ηδονοβλεψία, μισογυνισμός, διαστροφή, εμμονοληψία: αυτουργός όλων αυτών των κατηγοριών που του έχουν αποδοθεί κατά καιρούς από κοινό και κριτικούς, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα φρόντισε σε τέσσερις δεκαετίες καριέρας να τις ενσωματώσει δημιουργικά σε μερικές από τις πιο θρασείς, εξοργιστικές και ταυτόχρονα συναρπαστικές ταινίες της σύγχρονης αμερικανικής οθόνης. Ευκαιρία για μια κουβέντα μαζί του, με αφορμή την κυκλοφορία της Μαύρης Ντάλιας. Συνέντευξη στον Λουκά Κατσίκα

the life of brian

Οσο κι αν ψάξει κανείς, αποκλείεται να συναντήσει άλλον σκηνοθέτη του μοντέρνου αμερικανικού σινεμά που να αποτέλεσε τόσο έντονα μήλο της έριδος ανάμεσα στο κοινό και την κριτική. Για μεγάλη μερίδα των θεατών, ο ιταλοαμερικανικής καταγωγής σκηνοθέτης υπήρξε εδώ και χρόνια αντικείμενο λατρείας και σεβασμού. Για την κοινότητα των περισσότερων θεωρητικών του σινεμά έχει διατελέσει κατά καιρούς στόχος αποδοκιμασίας, παρανόησης, αντιπάθειας, ακόμη και χλευασμού. Ακλόνητος, ο Μπράιαν Ντε Πάλμα κατάφερε σε λιγότερο από είκοσι χρόνια (τα αποδοτικότερα της καριέρας του) να ηγηθεί μιας φιλμογραφίας που έχει καταφέρει να προκαλέσει, να διχάσει, να συζητηθεί, να αγαπηθεί και να μισηθεί όσο ελάχιστες στην ιστορία του κινηματογράφου. Η κυκλοφορία της Μαύρης Ντάλιας πυροδότησε πρόσφατα μια ολόκληρη αναθεώρηση και επανατοποθέτηση στο έργο του ηλικίας 65 ετών πλέον σκηνοθέτη που μπορεί να ήταν απόλυτα επιβεβλημένη, δεν παύει όμως να συνέβη με αρκετά χρόνια καθυστέρηση. Ο Ντε Πάλμα δεν έκανε, εντούτοις, ποτέ σινεμά για τις στήλες και τα καρνέ των κριτικών. Εκανε σινεμά για το κοινό και για να δώσει σάρκα και οστά σε μερικές από τις πιο ένοχες φαντασιώσεις του.

«Από την πρώτη μέρα της καριέρας μου διάλεξα να ταχθώ σταθερά ενάντια στο κατεστημένο. Ισως αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο κανείς δεν με δέχτηκε ποτέ ως έναν κανονικό καλλιτέχνη. Οτιδήποτε κι αν έχει ειπωθεί για τον Ντέιβιντ Λιντς και τον Μάρτιν Σκορσέζε, κανείς δεν έχει ποτέ αμφισβητήσει ότι θεωρούνται γνήσιοι καλλιτέχνες. Με εμένα δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Υπάρχουν άνθρωποι που με έχουν κατά καιρούς υπερασπιστεί, υπάρχει όμως και μια ολόκληρη ομάδα ατόμων που θα με θεωρεί πάντα ευτελή, απατεώνα και άλλα τέτοια πιασάρικα επίθετα, τα οποία έχουν κατά καιρούς χρησιμοποιηθεί εναντίον μου. Με αυτό τον τρόπο απέκτησα σταδιακά τη φήμη του αμφιλεγόμενου σκηνοθέτη. Μπορούσες είτε να με αγαπήσεις είτε να με μισήσεις».

η φαντασία στην εξουσία

Μπορεί η πλειοψηφία του κοινού να θεωρεί ότι ο Ντε Πάλμα ξεκίνησε την καριέρα του το 1973 με το Sisters, η αλήθεια όμως είναι ότι ο μετέπειτα μαέστρος του θρίλερ έκανε τα πρώτα του σκηνοθετικά βήματα με μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες και ελεύθερες σε φόρμα πολιτικοκοινωνικές σάτιρες της δεκαετίας του 60. Εκτός του ότι ανέλαβαν να συστήσουν από νωρίς έναν νεαρότατο τότε Ρόμπερτ Ντε Νίρο, τα Greetings (1968), Wedding Party (1969) και Hi, Mom (1970) προδίδουν ακόμη και σήμερα έναν κινηματογραφιστή με χιούμορ, καυστική άποψη και αναρχική διάθεση, επηρεασμένο όχι φυσικά από τον Χίτσκοκ αλλά από τον Γκοντάρ και τους πειραματισμούς του αμερικανικού underground σινεμά.

«Εκπλήσσομαι που το αμερικανικό σινεμά δεν γυρίζει πια πολιτικές ταινίες, όπως αυτές που έκανα εγώ στη δεκαετία του 60. Ισως επειδή έχει χαθεί οριστικά η πολιτική συνείδηση με την οποία μεγάλωσε η δική μου γενιά. Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα τώρα απ ό,τι ήταν τότε. Κανείς δεν θέλει να ασχοληθεί πια με τα πραγματικής σημασίας θέματα, όπως το να εξηγήσει γιατί βομβαρδίζουμε τους πάντες, κάθε λίγο και λιγάκι. Το μόνο που ενδιαφέρει πλέον τους περισσότερους είναι να κάνουν ταινίες για να τα κονομήσουν. Εχει δίκιο όμως όποιος θεωρεί εμάς τους Αμερικανούς αδαείς. Είμαστε μονίμως απορροφημένοι από την τηλεόρασή μας κι αυτό είναι μεγάλο σφάλμα, γιατί αφήνουμε να μας χειραγωγούν διαρκώς με τις λάθος εικόνες, να μας λένε ψέματα, γινόμαστε δέσμιοι της προπαγάνδας. Δεν έχουμε την παραμικρή αντικειμενική ιδέα για το τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο. Από τη δεκαετία του 60 επιμένω σε αυτό το πράγμα και δεν με ακούει κανείς. Γι αυτόν ακριβώς τον λόγο πιστεύω ότι η ανάγκη ενός εύστοχου πολιτικού σινεμά είναι σήμερα περισσότερο επείγουσα από ποτέ».

η μανία με τον Χίτσκοκ

Κάνοντας πρεμιέρα την άνοιξη του 1973, το Sisters εισάγει τον σκηνοθέτη στην πιο διάσημη φάση του, δίνοντάς του το προφίλ που όλοι γνωρίζουμε μέχρι σήμερα: Αυτό ενός λάτρη του θρίλερ και του σασπένς, που αντάλλαξε το αυθόρμητο ύφος των πρώτων δημιουργιών του με ένα μελετημένο σε τεχνικές λεπτομέρειες και σχεδιασμένο εξονυχιστικά σινεμά της αλάνθαστης αφήγησης. Πολλές από τις πιο οικείες εμμονές του Ντε Πάλμα κάνουν την εμφάνισή τους πρώτα εδώ: Η ψύχωση με τη διττή φύση των πραγμάτων, η ηδονοβλεψία ως καταλύτης, η ψυχανάλυση, η ανθρώπινη ροπή προς το κακό, η σκιά του Χίτσκοκ, η εμπλοκή ενός αθώου συνήθως χαρακτήρα σε έναν ιστό φόνων και ενοχών, οι μέθοδοι αποπροσανατολισμού και αιφνιδιασμού του θεατή. Με το Obsession, τρία χρόνια αργότερα, η χιτσκοκική εμμονή αγγίζει το αποκορύφωμα με ένα φιλμ του οποίου οι αρετές και συνάμα τα ελαττώματα συνίστανται στο ότι αποτελεί έναν άτυπο φόρο τιμής στον «δάσκαλο». Εχει προηγηθεί η ντελιριακή ροκ εν ρολ διασκευή του σκηνοθέτη στο «Φάουστ» με το εντυπωσιακό Φάντασμα Του Παραδείσου, πρέπει να περιμένει, ωστόσο, κανείς μέχρι το Carrie (1976), αν θέλει να δει την πρώτη αληθινά σπουδαία ταινία του δημιουργού.

«Δεν αντέχω την άτσαλη σκηνοθεσία σε ένα φιλμ. Γι αυτό φρόντιζα να είμαι πάντοτε τόσο σχολαστικός με τη δική μου δουλειά. Επειδή πίστευα ότι το να γνωρίζεις την τεχνική πλευρά του κινηματογραφικού μέσου σε βοηθούσε να το κατανοήσεις και να το επεξεργαστείς καλύτερα. Πρέπει επίσης να πω ότι ανήκω στους σκηνοθέτες που θα επιδιώξουν να ξαναδούν πολλές φορές μια παλιότερη ταινία τους. Μόνο και μόνο για να υπενθυμίσω στον εαυτό μου τι έκανα στραβά, τι δεν δούλεψε καλά, τι πήγε λάθος σε μια σκηνή. Ωστε να επανορθώσω και να γίνω καλύτερος... Ασφαλώς ήμουν πάντοτε θαυμαστής του Χίτσκοκ και υπάρχουν πολλά δομικά και στιλιστικά στοιχεία των ταινιών του, τα οποία επέδρασαν στη δική μου γραφή. Δεν πρόκειται, όμως, να απολογηθώ ποτέ γι αυτό σε όσους με κατηγορούν σταθερά ότι τον αντιγράφω. Ισα ίσα που νομίζω ότι οι άνθρωποι που γνωρίζουν καλά και κατανοούν το έργο του εύκολα μπορούν να εκτιμήσουν τη λογική των αναφορών μου σε αυτόν».

peep art

O Ντε Πάλμα πέρασε όλη τη δεκαετία του 70 φέρνοντας τους περισσότερους κριτικούς σε αμηχανία σχετικά με το αν αποτελεί κάτι παραπάνω από έναν βιρτουόζο της κάμερας με σαφείς εμμονές στον Χίτσκοκ, την ψυχοσεξουαλική παθολογία και το έγκλημα. Επειτα, στα 1980, κυκλοφόρησε το Προετοιμασία Για Εγκλημα, χαρίζοντας στον δημιουργό του την πιο καχύποπτη και αρνητική αντιμετώπιση της μέχρι τότε καριέρας του (μαζί με ένα παρ ολίγον «Αυστηρώς Ακατάλληλο» στόλισμα από τη λογοκρισία). Το περίτεχνο και πέρα για πέρα απολαυστικό θρίλερ του κατάφερε σε μια νύχτα να μετατρέψει τον Ντε Πάλμα σε έναν από τους πιο αμφιλεγόμενους δημιουργούς του καιρού του, φορτώνοντάς τον με τους χαρακτηρισμούς του σεξομανή, του μισογύνη, του ευτελούς. Εκτοτε, κάθε ταινία του θα αντιμετωπίζεται με δυσπιστία (Blow Out), εγκληματική αδιαφορία (Απώλειες Πολέμου), συγκρατημένη αποδοκιμασία (Διχασμένο Κορμί) και ξεκάθαρο μένος (Ο Σημαδεμένος, Η Απατηλή Λάμψη Της Ματαιοδοξίας), μέχρι τη στιγμή που ο σκηνοθέτης θα κερδίσει πίσω το αίμα του με την κλασική γοητεία των Αδιάφθορων. Μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή, βέβαια, είχε προηγηθεί ο Σημαδεμένος και μία από τις πιο μανιασμένες επιθέσεις που έχει απευθύνει ποτέ ο κόσμος της κριτικής σε ταινία, την οποία έμελλε να εισπράξει το υπερβίαιο, βωμολoχικό και μηδενιστικό έπος του Ντε Πάλμα.

«Με προβληματίζει μέχρι σήμερα η περίπτωση του ΣημαδεμένΟυ. Την εποχή που κυκλοφόρησε, με σταύρωσαν οι πάντες εξαιτίας του. Δεν είχα δεχτεί ποτέ στη ζωή μου τόσο άσχημη αντιμετώπιση από τους κριτικούς και το γεγονός με είχε κλονίσει αφάνταστα. Μερικά χρόνια αργότερα βλέπω την ταινία να γίνεται σημείο αναφοράς και επιρροή για ένα σωρό κόσμο, χώρια που πολλοί από εκείνους που με στηλίτευσαν τότε γι αυτή, τώρα φαίνονται να αναθεωρούν. Δεν ξέρω τι ήταν αυτό που διέκρινε τόσος κόσμος στο φιλμ, ώστε να μπορεί να ταυτιστεί τόσο πολύ μαζί του. Η αλήθεια όμως είναι πως μέχρι σήμερα εξακολουθώ να τρέφω την ίδια ανησυχία για το τι αντιμετώπιση επιφυλάσσουν οι κριτικοί σε κάθε ταινία μου. Είναι ένα άγχος από το οποίο δεν κατόρθωσα να απαλλαγώ ποτέ. Οταν όμως έχεις περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας σου προσπαθώντας να υπερασπίσεις τον εαυτό σου και το έργο σου, έχεις κάθε λόγο να τηρείς τις επιφυλάξεις σου».

the latest fashion in murder

Ακόμη και ο πιο ορκισμένος οπαδός του Ντε Πάλμα δεν μπορεί να αρνηθεί ότι από το 1993 και τη θαυμάσια Υπόθεση Καρλίτο, η καριέρα του σκηνοθέτη ακολούθησε μια απότομη κατιούσα που ξεκίνησε με τα τραβηγμένα από τα μαλλιά Δυο Πρόσωπα Του Κάιν, έκανε ένα μικρό διάλειμμα με τις Επικίνδυνες Αποστολές, συνεχίστηκε με την άδεια επίδειξη βιρτουοζιτέ του Snake Eyes και κορυφώθηκε άσχημα με την Αποστολή Στον Αρη και το Femme Fatale (αν και το τελευταίο φιλμ μετρά ομολογουμένως αρκετούς υποστηρικτές). Βλέποντας αυτά, είναι μάλλον λογικό να ισχυριστούμε ότι η Μαύρη Ντάλια πετυχαίνει φέτος μια αξιοπρεπή επιστροφή του δημιουργού σε φόρμα.

«Εχω πραγματοποιήσει τόσες υποτιθέμενες επιστροφές στην καριέρα μου ώστε δεν ξέρω πλέον αν πρέπει να αισθάνομαι ευτυχής με έναν τέτοιο ισχυρισμό ή όχι. Κάνω ταινίες εδώ και σαράντα χρόνια και πρόσφατα αναρωτήθηκα αν υπάρχει πια λόγος να συνεχίσω. Βρέθηκα εντός και εκτός του χολιγουντιανού συστήματος πολλές φορές. Στα σαράντα αυτά χρόνια έχει τύχει να καώ σε αμέτρητες περιπτώσεις, με έναν περίεργο τρόπο κατάφερνα μολαταύτα να αναγεννηθώ πάντα μέσα από τις στάχτες μου. Πρέπει όμως να παραδεχτώ ότι κάποια στιγμή ένιωσα κουρασμένος. Θα ήθελα να σκηνοθετώ συνέχεια, απλώς δεν ξέρω αν έχω πλέον τη δύναμη. Είναι και ζήτημα ηλικίας. Γιατί δεν γίνεται να σε κρατούν για πάντα όρθιο τα πόδια σου. Και σας θυμίζω ότι μόλις διένυσα τρία εξαιρετικά δύσκολα χρόνια μέχρι να δω τη Ντάλια να πραγματοποιείται».

Εξι σταθμοί καριέρας για τον Ντε Πάλμα

carrie (1976)

Ο μύθος του ασχημόπαπου που μεταμορφώνεται σε έναν πανέμορφο κύκνο αποκτά γκραν γκινιόλ διαστάσεις όταν ο Ντε Πάλμα μετατρέπει μια νεανική ταινία για τη σκληρότητα της εφηβείας σε μια σεξουαλικά, θρησκευτικά, ψυχαναλυτικά, συναισθηματικά και σκηνοθετικά φορτισμένη εμπειρία τρόμου. Μπορεί οι επεμβάσεις στο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ να ήταν αισθητές, η Carrie στάθηκε όμως μια από τις σπάνιες φορές όπου ο δημιουργός είχε με το μέρος του όχι μόνο την πλευρά των θεατών αλλά και το σύνολο της κριτικής.

προετοιμασία για έγκλημα (1980)

Ο Χίτσκοκ συναντά το κοινό των κακόφημων grind house αιθουσών του 70 και ο Ντε Πάλμα μαζεύει τα σκουπίδια των exploitation ταινιών για να τα μετατρέψει σε τέχνη. Ηδονική επίδειξη σασπένς και πανούργας χειραγώγησης του κοινού, η δεξιοτεχνική ταινία παραμένει από το πρώτο μέχρι το τελευταίο της πλάνο μια ασταμάτητη και θρασύτατα ένοχη απόλαυση.

blow out (1981)

Από τις πιο προσωπικές δουλειές του Ντε Πάλμα, το άκρατα πεσιμιστικό αυτό θρίλερ δανείζεται ανοιχτά από τον Χίτσκοκ, το Μπλόου Απ του Αντονιόνι και τη Συνομιλία του Κόπολα για το πορτρέτο μιας Αμερικής που, εν όψει της ανερχόμενης τότε προεδρίας του Ρόναλντ Ρέιγκαν, θέλει να θάψει με κάθε τίμημα τα λάθη και τις αμαρτίες του παρελθόντος. Στην καλύτερη ερμηνεία της καριέρας του, ο Τραβόλτα πρωτοστατεί μιας αγωνιώδους πλοκής που μπλέκει υπαρκτές θεωρίες συνωμοσίας και κατάλοιπα της Γουότεργκεϊτ εποχής για να κλείσει με ένα από τα πιο απαισιόδοξα φινάλε της δεκαετίας. Γεγονός που καθόλου δεν εκτίμησε το τότε κοινό, στέλνοντας ένα από τα ωραιότερα φιλμ του Ντε Πάλμα στα αζήτητα.

ο σημαδεμένος (1983)

Μεταφέροντας την πλοκή της κλασικής γκανγκστερικής ταινίας του Χάουαρντ Χοκς από το Σικάγο της ποτοαπαγόρευσης στη σύγχρονη Φλόριντα, ο Ντε Πάλμα ακολουθεί την αυτοκαταστροφική πορεία ενός βουτηγμένου κυριολεκτικά στην κόκα κακοποιού, μέσα από μια εξεζητημένα μπαρόκ αντίληψη, εκρήξεις σοκαριστικής βίας και μια over the top ερμηνεία από τον Πατσίνο. Δεν είναι από τις αγαπημένες μου ταινίες του σκηνοθέτη, το φιλμ μετατράπηκε ωστόσο ετεροχρονισμένα σε αντικείμενο σφοδρής λατρείας για πολυάριθμους θεατές, σκηνοθέτες και χιπ χοπ καλλιτέχνες, γεγονός για το οποίο ούτε ο ίδιος ο Ντε Πάλμα βρήκε ποτέ εξήγηση.

διχασμένο κορμί (1984)

Σεξ, βία, έγκλημα και σινεμά σε ένα μέχρις εσχάτων φεστιβάλ χιτσκοκικών αναφορών και ηδονοβλεψίας που τολμά να ενώσει τον Σιωπηλό Μάρτυρα και τον Δεσμώτη Του Ιλίγγου με το soft πορνό στο ίδιο μεταμοντέρνο σχόλιο πάνω στον πανίσχυρο μηχανισμό ψευδαίσθησης που είναι ο κινηματογράφος. Κουρασμένος από τις κατηγορίες που του φόρτωναν με κάθε ευκαιρία οι κριτικοί, ο Ντε Πάλμα χρησιμοποίησε το φιλμ ως μια ξεκάθαρη επίθεση εναντίον τους, μην ξεχνώντας να απευθύνει μερικές από τις δριμύτερες βολές του και προς τη μεριά του Χόλιγουντ.

υπόθεση καρλίτο (1993)

Στον αντίποδα του εκκωφαντικού Σημαδεμένου, η ώριμη επιστροφή του σκηνοθέτη στο γκανγκστερικό είδος ενσωματώνει έναν σαφώς πιο χαμηλότονο Πατσίνο σε μια μοντέρνα τραγωδία που κερδίζει ακριβώς στα σημεία όπου ατύχησε η προηγούμενη συνεργασία τους: Καταφέρνοντας να σε κάνει εξαρχής να νοιαστείς για τον ήρωά της.