Όταν το Μάρτιο του 1898 ο νεαρός Γάλλος Ιμπέρ Περνό αποβιβάστηκε στη Σμύρνη, φορτωμένος με φωνογραφικούς κυλίνδρους για να καταγράψει τραγούδια και φωνητικά στοιχεία της γλώσσας της Χίου, που ήταν ο προορισμός του, συνάντησε τη δυσπιστία των Τούρκων τελωνοφυλάκων. Ρωτήθηκε ποιο είναι το όνομά του: «Ρernot» απαντά, για να λάβει την απάντηση «Ο,τι και να λες δεν περνάς».
Τη στιχομυθία αναφέρει σε βιβλίο του ο ίδιος ο Περνό, που έμελλε να καταγραφεί σαν ένας από τους σημαντικότερους ελληνιστές και ο πρώτος καθηγητής στην έδρα του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόνης, που ίδρυσε το 1912 ο διορατικός Ελευθέριος Βενιζέλος για να βγάλει την Ελλάδα από την απομόνωση.
Όμως το μέγα πάθος που είχε ο Ιμπέρ Περνό (1870 - 1946) για τη φωτογραφία τον οδήγησε στο να περιηγηθεί την Ελλάδα και να συλλάβει με το φακό του στιγμές πριν η χώρα μπει στους Βαλκανικούς Πολέμους, αφήνοντας μια σπάνια τοιχογραφία της εποχής, με τοπία, ανθρώπους, ήθη, έθιμα, ζωή και καθημερινότητα.
Ο Περνό έκλεισε την Ελλάδα του σε πέντε λευκώματα, τα οποία εντοπίστηκαν στη Βιβλιοθήκη του Νεοελληνικού Ινστιτούτου της Σορβόνης. Μέρος της συλλογής παρουσιάστηκε το 1981 και 1982 σε δύο εκθέσεις, σε Αθήνα (Σχολή Μωραϊτη) και στο Παρίσι.
Τώρα, για πρώτη φορά 300 φωτογραφίες από 1.286 κλισέ της συλλογής δημοσιεύονται σε ένα προσεγμένο λεύκωμα, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Ολκός», με τίτλο «Εξερευνώντας την Ελλάδα, φωτογραφίες 1898-1913».
Ο Περνό πραγματοποίησε πολλά ταξίδια στην Αθήνα, σε διάφορες περιοχές του κρατιδίου, αλλά και σε άλλες, όπως Κρήτη, Χίο και Σάμο, που δεν είχαν ακόμη ενσωματωθεί στον ελληνικό γεωγραφικό κορμό.
«Είναι προσεκτικός μελετητής των τόπων, των αρχαιολογικών χώρων, διότι πιστεύει στη σχέση τοπίου, ιστορίας και ανθρώπου», σχολιάζει στο εισαγωγικό της κείμενο η Αικατερίνη Κουμαριανού, ιστορικός και καθηγήτρια στη Σορβόνη.
Στις ανθρωποκεντρικές προσεγγίσεις του, επιλέγει να σχετίσει με τους τόπους τους τις γυναίκες του Μετσόβου, τους στρατιώτες στο Μπιζάνι, τον Κρητικό καλόγερο με τη στολή του αντάρτη - πολεμιστή, τον Ηπειρώτη με τη φουστανέλα και την κάπα, τους πλανόδιους πωλητές στην πρωτεύουσα ή τους αγρότες στην ύπαιθρο.
Ο Περνό δεν ενδιαφερόταν για εντυπωσιακά στιγμιότυπα, αλλά για τη διαχρονική διάσταση των θεμάτων του. Ο τρόπος που προσεγγίζει τις γυναίκες της Ελευσίνας παραπέμπει σε χορό αρχαίας τραγωδίας. «Δεν είναι υπερβολή, παρατηρεί η Αικατερίνη Κουμαριανού, αν υποστηριχθεί πως τα λευκώματα του Περνό συνιστούν πάλλουσα τοιχογραφία της ελληνικής ζωής, μαρτυρία της ελληνικής πραγματικότητας».
Οι ανθρωποκεντρικές επιλογές του συγκροτούν έναν «εθνολογικό οπτικό θησαυρό για το μέλλον», κατά τη διευθύντρια του Φωτογραφικού Αρχείου του Μουσείου Μπενάκη Φανή Κωνσταντίνου, η οποία επιπλέον σημειώνει ότι «μετά έναν αιώνα, το φωτογραφικό οδοιπορικό του Περνό αποτελεί πολύτιμο τεκμήριο για τη φυσιογνωμία των πόλεων και της υπαίθρου, για τα μνημεία και την κατάσταση των μουσείων».
Σελίδες: 312. Τιμή: 72 ευρώ.
Δήμητρα Ρουμπούλα
Όταν το Μάρτιο του 1898 ο νεαρός Γάλλος Ιμπέρ Περνό αποβιβάστηκε στη Σμύρνη, φορτωμένος με φωνογραφικούς κυλίνδρους για να καταγράψει τραγούδια και φωνητικά στοιχεία της γλώσσας της Χίου, που ήταν ο προορισμός του, συνάντησε τη δυσπιστία των Τούρκων τελωνοφυλάκων.