"Εχασε στα σημεία" η Αντιγόνη (***)

07.08.2006
Η Αντιγόνη σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, η παράσταση που λειτούργησε σαν μαγνήτης και έκανε το Σάββατο το απόλυτο sold out.
Η Αντιγόνη σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή, η παράσταση που λειτούργησε σαν μαγνήτης και έκανε το Σάββατο το απόλυτο sold out. Μία παράσταση που άφησε αντικρουόμενες εντυπώσεις και δίχασε το κοινό αφού κατηφορίζοντας μετά το τέλος της παράστασης το λόφο του θεάτρου, ακούγαμε ποικίλες απόψεις.

Ο αρχαίος μύθος του Σοφοκλή μεταμορφώθηκε στα χέρια του Έλληνα σκηνοθέτη και τον είδαμε -επιτέλους- σε μία πολύ όμορφη παραλλαγή του, που ανέδειξε τη διαχρονικότητά του και μας κράτησε το ενδιαφέρον μέχρι τέλους, ξεφεύγοντας τελείως από τις τετριμμένες αναγνώσεις.

Το σκηνικό ήταν καθαρά ελληνικό, θύμιζε κάτι από την Ελλάδα του ’60. Η ορχήστρα σπαρμένη με αλωνισμένα στάχυα και πλατιές πέτρες σαν ερείπια, και υποκριτές που ντυμένοι με ρούχα λινά και καθημερινά, πριν ακόμη σβήσουν τα φώτα του κοίλου για να ξεκινήσει η παράσταση, περπατούν, παραπατούν, τρέχουν, αγκαλιάζονται και ξαπλώνουν.

Τελικά τα φώτα σβήνουν και μέσα από το χορό «ξεπηδά» η Αντιγόνη (Αμαλία Μουτούση) που προσφωνεί την αδελφή της Ισμήνη (Εύη Σαουλίδου) για να της ανακοινώσει την απόφαση του Κρέοντα να μην τιμήσει τον Πολυνείκη με ταφή, αλλά και την δική της απόφαση να παραβεί την εντολή του. Ο Κρέοντας βγαίνει στην σκηνή, φορώντας ένα ρούχο που μοιάζει με στρατιωτική στολή και γυαλιά ηλίου, ενώ την ίδια στιγμή δηλώνει πως μόνο αυτός βλέπει μέσα στο σκοτάδι της πλάνη των πολιτών- χορού! Οι εξελίξεις τραγικές: Η Αντιγόνη συλλαμβάνεται επ’ αυτοφώρω από τον ανάλγητο και αμετακίνητο στην απόφασή του Κρέοντα και κλείνεται σ’ έναν υπόγειο τάφο και αυτοκτονεί. Γεμάτος πόνο ο γιος του Κρέοντα, Αίμων (Νίκος Κουρής), που ήταν ερωτευμένος μαζί της σκοτώνεται με το ίδιο του το ξίφος. Μαθαίνοντας το θάνατό του, η μητέρα του Ευρυδίκη δίνει και αυτή τέλος στη ζωή της. Ο Κρέοντας απομένει μόνος.

Η παράσταση μας κέρδισε με τις ερμηνείες των ηθοποιών. Η Αμαλία Μουτούση ήταν εξαιρετική στο ρόλο της Αντιγόνης γιατί ξεδίπλωσε όλα τα γνωρίσματα της ηρωίδας του Σοφοκλή και «έβγαλε» από μέσα της έναν ξεχωριστό δυναμισμό και πείσμα, υπερέβη κατά πολύ τα αρχαία πρότυπα της γυναικείας της φύσης και φάνηκε ατρόμητη ακόμη και μπροστά στην θανατική της καταδίκη.

Πολύ καλός ήταν και ο Δημήτρης Ήμελλος στο ρόλο του φύλακα του πτώματος του Πολυνείκη, καθώς «έβγαλε» όλη την λαϊκότητα, αλλά και την αφέλεια του χαρακτήρα του, έκανε τους θεατές να γελάσουν ειρωνικά κατά την αφήγησή του και μετέδωσε την αγωνία και το φόβο για την τύχη του αρχικά, αλλά και τη μετέπειτα χαρά του όταν συνέλαβε την Αντιγόνη.

Ο Νίκος Κουρής μας άρεσε στο ρόλο του Αίμονα, του γιου του Κρέοντα που προσπαθεί να πείσει τον πατέρα του να ανακαλέσει την απόφασή του. Ο νεαρός ηθοποιός κατάφερε να ελέγξει άριστα τις εξάρσεις του χαρακτήρα του τραγικού ήρωα. Αρχικά συζητά ήρεμα με τον πατέρα του, περπατούν με βήμα απόλυτα εναρμονισμένο κυκλικά στην ορχήστρα, αγκαλιασμένοι. Στην συνέχεια όμως, οι τόνοι ανεβαίνουν, το βήμα τους «ανακατεύεται» και η σύγκρουση είναι αναπόφευκτη. Ο Αίμονας μάλιστα δεν διστάζει μάλιστα να χειροδικήσει εναντίον του.

Η Εύη Σαουλίδου στάθηκε αξιοπρεπώς στο ρόλο της Ισμήνης και μολονότι μας έδωσε την εντύπωση πως μπήκε στο πετσί του ρόλου της από το πρώτο επεισόδιο και μετά, μας χάρισε μαζί με την Μουτούση μία από τις πιο όμορφες στιγμές της βραδιάς, όταν η Ισμήνη ζητεί από την αδελφή της να συμμετέχει και αυτή στην τιμωρία της και η Αντιγόνη αρνείται, λέγοντας της «εσύ επέλεξες να ζήσεις».

Ο χορός ήταν επίσης πολύ καλός. Μας άρεσαν ιδιαίτερα τα φωνητικά που είχε επιμεληθεί ο Σπυρος Σακκάς και τα οποία παρέπεμπαν σε ύμνους και παραδοσιακά τραγούδια, ενώ βρήκαμε πολύ ενδιαφέρον το γεγονός ότι οι υποκριτές ήταν ανακατεμένοι με το χορό και ξεπηδούσαν μέσα από αυτόν. Κορυφαία στιγμή του χορού ήταν όταν ακούστηκε ο επιγραμματικός ορισμός του έρωτα, το "Ερωτα ανίκητε στη μάχη" (Ερως ανίκατε μάχαν). Όλοι, υποκριτές και χορός ήταν ξαπλωμένοι στα στυάχια, ενώ ο φωτισμός είχε πάρει τη "μορφή" του ηλιοβασιλέματος.

Αυτός που μας προβλημάτισε -γι’ αυτό και αναφερόμαστε σ’ αυτόν τελευταίο- είναι ο Κρέοντας, τον οποίο υποδυόταν ο ίδιος ο Λευτέρης Βογιατζής. Mπορεί η σκηνοθεσία του να μας άρεσε, δεν μπορούμε όμως να πούμε το ίδιο και για την ερμηνεία του. Πρώτον και κυριότερον δεν τον ακούγαμε. Η φωνή του ακουγόταν μόνο όταν ήταν στραμμένος προς το μέρος μας. Και αισθανθήκαμε πολύ άτυχοι γιατί διαισθανόμασταν πως ερμηνευτικά δεν ήταν τόσο κακός, απλώς δεν του ταίριαζε ο χώρος της Επιδαύρου.

Τέλος, η παράσταση μας άφησε με ένα μεγάλο ερώτημα. Για ποιο λόγο ο σκηνοθέτης επέλεξε να υποδυθεί τον μάντη Τειρεσία η Στεφανία Γουλιώτη και το ρόλο της Ευριδίκης ο Νίκος Παπαγιάννης. Ήταν μία καινοτομία που δεν μας άγγιξε και δεν καταλάβαμε το νόημά της.

Σαν τελικό συμπέρασμα θα μπορούσαμε να πούμε ότι η παράσταση μολονότι είχε πολύ καλές στιγμές και πολύ καλές ερμηνείες τελικά δεν «απογειώθηκε». Μας πρόσφερε μεν μία ξεχωριστή ανάγνωση του έργου του Σοφοκλή, αλλά το «παιχνίδι» χάθηκε κάπου στις λεπτομέρειες.

Γεωργία Οικονόμου