Λυών 1906. Ο Αντουάν Ντε Σαιντ-Εξυπερύ, μόλις 6 ετών τότε, επιμένει πως η ζωγραφιά του δεν απεικονίζει ένα καπέλο, όπως βλέπουν οι μεγάλοι, αλλά έναν βόα που έχει καταπιεί έναν ελέφαντα. Η ανεκτίμητη οπτική του δεν εκτιμάται. Τα όνειρά του προσγειώνονται, καθώς οι μεγάλοι τον αποτρέπουν να "πετάει στα σύννεφα" με τη σκέψη. Ωστόσο, εκείνος αποφασίζει πως μια μέρα οι αιθέρες θα του ανήκουν στην πράξη, και, το 1943, πιλότος της Πολεμικής Αεροπορίας πια, ρισκάρει τη ζωή του σε μία πτήση και χάνεται για πάντα στη Μεσόγειο. Χάνεται, όμως; Ή μήπως συναντάει για πρώτη φορά τον εαυτό του;
Δεν είναι τυχαίο που αυτό το παραμύθι έχει μεταφραστεί σε 250 γλώσσες και αποτελεί την τρίτη κατά σειρά πιο πετυχημένη έκδοση μετά τη "Βίβλο" και το "Κεφάλαιο". Για πολλούς δεν αποτελεί καν παιδικό ανάγνωσμα. Και μέχρι ενός σημείου δεν έχουν άδικο, καθώς οι περισσότεροι συνειδητοποιήσαμε τη βαθύτερη ουσία του βιβλίου σε πολύ μεγαλύτερη ηλικία. Ωστόσο φιλοσοφικά νοήματα, όπως «Δεν βλέπεις καθαρά παρά μόνο με την καρδιά», «Είσαι υπεύθυνος για πάντα, γι' αυτό που έχεις εξημερώσει», «Ο χρόνος που πέρασες με το τριαντάφυλλό σου είναι αυτό που το κάνει ξεχωριστό για σένα», είναι τόσο επιμελώς κρυμμένα, σχεδόν «καμουφλαρισμένα» πίσω από την έντονη εικονοποιία του κειμένου, που ασκούν μια περίεργη γοητεία στα παιδιά όλων των ηλικιών.
Η παράσταση που έστησε ο Δημήτρης Μπογδάνος και που μας την συστήνει ως μία «παράσταση για ενήλικους με ανήλικη ματιά», σεβάστηκε απόλυτα την ουσία του έργου και - με πολύτιμο αρωγό τη δραματουργική επεξεργασία του Βασίλη Μαυρογεωργίου- δεν υπέκυψε σε ευκολίες. Ήταν στιβαρή, σωστά δομημένη και βαθιά φιλοσοφική, τολμώντας να αναμείξει μέσα της ακόμη και την αυτοβιογραφική και ιστορική διάσταση των ηρώων. Δεν επιχείρησε να εξηγήσει, να ερμηνεύσει, επιχείρησε μόνο να μας ταξιδέψει υπό τη μουσική υπόκρουση του «Nature Boy» του Νατ Κινγκ Κόουλ στα βαθύτερα σκοτεινά «υπόγεια» του εαυτού μας, να αγγίξει ακόμη και την περιοχή του υποσυνείδητού μας, εκεί όπου αν ψάξει κάποιος καλά, μπορεί να ανακαλύψει τελικά την ουσία. Έξοχο το συμβολικό σκηνικό σύμπαν που «ζωγράφισε» ο Πάρις Μέξης και φώτισε εντυπωσιακά ο Λευτέρης Παυλόπουλος, καθώς μέσα σε μία σειρά εικόνων που ξεχείλιζαν από ευαισθησία και λυρισμό είδαμε να παίρνει σάρκα και οστά η ιστορία.
Η Λένα Παπαληγούρα ήταν ο ιδανικός Μικρός Πρίγκιπας. Έχοντας κυριολεκτικά μία απόκοσμη αύρα, ενσάρκωσε τον αγαπημένο παιδικό ήρωα ψυχή τε και σώματι εμφυσώντας του μία ξεχωριστή, φρέσκια και κυρίως άφυλη πνοή. Η ερμηνεία της εύθραυστη και ταυτόχρονα ηλεκτρισμένη, η προσπάθειά της να νοηματοδοτήσει την ουσία της ζωής σχεδόν συγκινητική.
«Θαμπός» ο Γιωργής Ταμπουράκης ως πιλότος, καθώς έδωσε μία μάλλον άνευρη ερμηνεία σ΄ ένα ρόλο κλειδί. Εξαιρετικός ως αλεπού ο Βασίλης Μαυρογεωργίου, αλλά και ως...πλανητάρχης ο Θάνος Λέκκας. Στο ίδιο μήκος κινήθηκαν και οι ερμηνείες των Λευτέρη Βασιλάκη, Ειρήνη Μακρή και Υβόννη Τζάθα. Ένσταση έχουμε ως προς τον τρόπο που αποδόθηκαν κινησιολογικά τα «επεισόδια» της ιστορίας από τον χορό, αλλά και ως προς τα κοστούμια που φορούσαν οι άνδρες.
Αξίζει να δει κάποιος αυτόν τον Μικρό Πρίγκιπα; Θα λέγαμε πως επιβάλλεται να σπεύσει, καθώς η παράσταση παρουσιάζεται για λίγες μόνο παραστάσεις. Θα ήταν κρίμα να χάσει μία τόσο όμορφη πτήση ανάμεσα στην κυριολεξία και τον συμβολισμό, ανάμεσα στο ρεαλιστικό και το σουρεαλιστικό, ανάμεσα στα αστέρια, τους πλανήτες και κάθετι υπαρξιακό, αλλά και επίγειο. Θα ήταν κρίμα να μη αναρωτηθεί τι απέγινε η αθωότητά των παιδικών του χρόνων...
Γεωργία Οικονόμου