Είδαμε [και δοκιμάσαμε] φρεσκοψημμένο Κέικ στο Εθνικό

18.02.2015
Το φρεσκοψημένο «Κέικ» του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη είδαμε και γευτήκαμε σε σκηνοθεσία Πέτρου Φιλιππίδη, στη Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου «Νίκος Κούρκουλος». Το εξαιρετικά ενδιαφέρον αυτό έργο, με αφορμή το ψήσιμο ενός κέικ για την υποδοχή της κόρης του διαχειριστή μιας πολυκατοικίας από το εξωτερικό, ανατέμνει τα προβλήματα και τις διαφορές τριών ενοίκων μιας μεσοαστικής πολυκατοικίας.

Πιο συγκεκριμένα, μεταξύ μιας τρελής φαντασιόπληκτης συγγραφέα (Μίνα Αδαμάκη), ενός νευρικού νεαρού (Μάξιμος Μουμούρης) και ενός αλλοδαπού (Λαέρτης Μαλκότσης) ξεσπάει κανονικός «εμφύλιος πόλεμος», όταν πληροφορούνται ότι κάποιος από αυτούς πετάει από το μπαλκόνι της πολυκατοικίας τα σκουπίδια στο πεζοδρόμιο. Όσο ψήνεται το κέικ, ο διαχειριστής επιδίδεται σε μία αλλόκοτη ανάκριση και στην προσπάθειά του να διατηρήσει τις ισορροπίες, οδηγεί άθελά του τους ενοίκους σε βίαιες αντιδράσεις, αλλά και σε ενδιαφέρουσες εκμυστηρεύσεις.

Ο Πέτρος Φιλιππίδης σκηνοθέτησε το έργο του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη αρκετά στυλιζαρισμένα (θα προτιμούσαμε να είχαν αφεθεί οι ηθοποιοί λίγο πιο ελεύθεροι στα εκφραστικά τους μέσα), αλλά με μπόλικη ευαισθησία και ανθρωπιά. Κατόρθωσε έτσι, μολονότι το ψυχρό σκηνικό του Γιώργου Γαβαλά δεν στάθηκε ο καλύτερός του σύμμαχος, να ψυχογραφήσει όχι μόνο τους ήρωες του έργου, αλλά και τον σύγχρονο ένοικο μιας οποιασδήποτε πολυκατοικίας. Αυτόν που, ενώ ζει κάτω από την ίδια στέγη με άλλους ενοίκους, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, ζει άγνωστος μεταξύ αγνώστων μέσα στον δικό του κόσμο, αυτόν που φοβάται το ξένο, αυτόν που αρκεί ένα κάλεσμα από το γείτονά του, ένα μόνο κομμάτι κέικ, προκειμένου να ξεχάσει όλα όσα τον απασχολούν και να ξεπεράσει στερεότυπα και προκαταλήψεις που τον εμποδίζουν να δει την πραγματικότητα.

Ο Λάζαρος Γεωργακόπουλος στο ρόλο του διαχειριστή της πολυκατοικίας, έδωσε μία χαμηλών τόνων, αλλά πολύ ισορροπημένη ερμηνεία στην προσπάθειά του να φέρει εις πέρας αυτήν την αλλόκοτη ανάκριση και να διαιτητεύσει στην υπόγεια αρχικά και φανερή αργότερα διένεξη ανάμεσα στον Μπάμπη και τον Αγκρόν. Η Μίνα Αδαμάκη, το παρουσιαστικό της, το στυλ της και η γενικότερη αύρα της ταίριαξαν «γάντι» με το ρόλο της συγγραφέα Σάσας και γι΄αυτό μας χάρισε απολαυστικές στιγμές ακόμη και στις σιωπές της. Ίσως εξαιρετικά νευρικός, αλλά πειστικός ο Μάξιμος Μουμούρης, κατάφερε να διεισδύσει αριστοτεχνικά μέσα στην ψυχή του ήρωά του, του Μπάμπη, και να εκφράσει μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων, από τον εφηβικό του έρωτα για την Σάσα έως τις ρατσιστικές του διαθέσεις και τις βαθύτερές του αδυναμίες και μυστικά… Ο Λαέρτης Μαλκότσης αντιμετώπισε το ρόλο του ως Αγκρόν με ξεχωριστή ευαισθησία και συμπάθεια. Μολονότι έδωσε μια βαθιά ανθρώπινη ερμηνεία, δίστασε να «τσαλακωθεί» λίγο παραπάνω και σε κάποια σημεία νιώσαμε πως δεν εκφράζει στο έπακρο τις ψυχολογικές μεταπτώσεις του ήρωά του.

Αξίζει τελικά να δει κάποιος αυτήν την παράσταση; Σίγουρα ναι, γιατί αποτελεί ένα ιδιόμορφο ψυχογράφημα της σύγχρονης κοινωνίας και των σύγχρονων ανθρώπινων σχέσεων. Κάπως έτσι, η πασίγνωστη φράση του Αντώνη Σαμαράκη «ποτέ οι στέγες των ανθρώπων δεν ήταν τόσο κοντά και οι ψυχές τους τόσο μακριά» βρίσκει την απόλυτη έκφρασή της. Μόνο που εδώ, ένα και μόνο φρεσκοψημμένο κέικ αρκεί για να τις φέρει πιο κοντά. Γιατί κακά τα ψέματα, μία αφορμή χρειάζεται μόνο…

TIP: Πολύ έξυπνη η σύλληψή του να προσφέρεται στο τέλος της παράστασης κέικ στους θεατές, καθώς με τον τρόπο αυτό πήραμε μια πιο ολοκληρωμένη και ρεαλιστική γεύση από την παράσταση.

Γεωργία Οικονόμου
[email protected]