Κατ΄ αρχάς υπάρχει αυτή η εκπληκτική ομορφιά. Η Πιλάρ Λοπέζ ντε Αγιάλα είναι η ιδανική επιλογή για ένα χαρακτήρα που ξεφεύγει από την πραγματικότητα και σε παρασέρνει σ΄ ένα απίστευτα μεθυστικό ταξίδι. Ο κεντρικός ήρωας απλώς την ακολουθεί, την βλέπει να χάνεται, την ξαναβρίσκει, την αισθάνεται και τελικά χάνεται κι αυτός μαζί της στους δρόμους μιας πόλης η οποία αλλάζει και καθορίζεται από την διαρκή αναμονή της απουσίας.
Είναι βέβαια αλήθεια ότι η ταινία του 50χρονου (με προϋπηρεσία στο ντοκιμαντέρ και το πειραματικό σινεμά) Καταλανού σκηνοθέτη, δεν είναι καθόλου εύκολη. Κινείται ανάμεσα στην λακωνική σιωπή του Μπρεσόν και το κλιμακούμενο σασπένς του Χίτσκοκ, δεν έχει σχεδόν καθόλου δράση και διαλόγους και χτίζεται αποκλειστικά πάνω στο υπέροχο και αινιγματικό πρόσωπο της Πιλάρ.
Μπορεί να σε πετάξει έξω αυτή η ταινία στο πρώτο τέταρτο, ή να μείνεις έκθαμβος και να μην καταλάβεις πότε πέρασαν τα 84 λεπτά της διάρκειάς της.
Γυρισμένη το 2007, έχει ήδη μια εντυπωσιακή καριέρα σε διάφορα διεθνή φεστιβάλ (και στο διαγωνιστικό της Βενετίας) και απαιτεί υποψιασμένους θεατές. Στην πραγματικότητα "Η Πόλη της Σύλβια" είναι μια ελεγεία για τις ασύμπτωτες σχέσεις και τις επιθυμίες που υπονοούνται και δεν εγγράφονται παρά μόνο στο υποσυνείδητο. Μιλάει για τους φευγαλέους έρωτες, την ατολμία και τον φόβο της επαφής, την διαρκή αναζήτηση ενός παραδείσου, ο οποίος για να είναι αληθινός πρέπει ?όπως λέει και ο Προυστ- να έχει πρώτα απολεσθεί.
Δεν ξέρω αν μπορώ να την προτείνω ανεπιφύλακτα, ξέρω πάντως ότι εμένα με μάγεψε.
Ορέστης Ανδρεαδάκης