Μια οικογένεια και μια χώρα στην ίδια πορεία, αυτή της ελεύθερης πτώσης. Δυο γυναίκες καλούνται να καθορίσουν την τύχη ενός μωρού. Η φυσική μητέρα κρίνεται ακατάλληλη από την οικογένειά της κι έτσι η θεία αναλαμβάνει τον ρόλο της τελευταίας. Η γενιά του ’50, η γενιά της μεταπολίτευσης και η νεότερη γενιά, μέσα από ένα στρόβιλο βίας, ανομολόγητων μυστικών κι ενοχής θα βρεθούν αντιμέτωπες με τις πράξεις τους αλλά και η μία απέναντι στην άλλη. Η «Χώρα Προέλευσης» μιλά ανοιχτά για όλα εκείνα που το ελληνικό σινεμά κάνει εδώ και χρόνια τα στραβά μάτια: την πολυεπίπεδη υποκρισία, την κοινωνία του ψέματος, την ιστορική ευθύνη και το (αβέβαιο) μέλλον. Και όλα αυτά, σε ένα φιλμ που είναι πολιτικό όσο είναι πολιτικά μη ορθό.
Μέσα από ένα δαιδαλώδες μοντάζ παράλληλων δράσεων, μελετημένο μέχρι το τελευταίο καρέ, το κουβάρι της ιστορίας ξετυλίγεται μπλέκοντας την μίνι-τραγωδία μιας ενδοοικογενειακής υιοθεσίας με την ιστορία του τόπου τα τελευταία τριάντα χρόνια. Αρχειακό υλικό από διαδηλώσεις, ειρηνικές και μη, εικόνες ξεσηκωμού και βίας, μπερδεύονται με το δράμα των χαρακτήρων, που κινούνται ανάμεσα σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα, νοσοκομεία, δρόμους, πανεπιστημιακές και σχολικές αίθουσες. Με έναν εξίσου ακραία δουλεμένο ηχητικό σχεδιασμό, η αφήγηση, παρά το αρχικό σοκ του θεατή -που βρίσκεται ελαφρώς μετέωρος μεταξύ ιστοριών, σκηνών και κινηματογραφικού χρόνου- δένει συνεπώς με την ιστορία και τη φόρμα της ταινίας.
Ο Σύλλας Τζουμέρκας, στην πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους σκηνοθετεί ένα μεγαλοπρεπές μελόδραμα επιβεβαιώνοντας το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του. Ο μαξιμαλισμός στα μέσα του και στον τρόπο που σκηνοθετεί μπορεί να ξενίσει τον -συνηθισμένο σε πιο μίνιμαλ καταστάσεις θεατή- ωστόσο συμβαδίζει απόλυτα με τις προθέσεις του. Η «Χώρα Προέλευσης» στοχάζεται τελικά πάνω στην ελευθερία. Μπορεί αυτή να υπάρξει ή θα μεταλλάσσεται αέναα, υπό το βάρος νέων μυστικών; Η απάντηση στη σκοτεινή αίθουσα.
Φαίδρα Βόκαλη