Τα Μάθατε Για Τους Μόργκαν;

31.12.2009
Ο Χιού Γκραντ και η Σάρα-Τζέσικα Πάρκερ υποδύονται ένα δυναμικό ζευγάρι της Νέας Υόρκης, τους Πολ και Μέρυλ Μόργκαν, που ενώ είναι πολύ επιτυχημένοι επαγγελματικά και κοινωνικά, μεταξύ τους έχουν αποξενωθεί.

Ο Χιου Γκραντ και η Σάρα-Τζέσικα Πάρκερ υποδύονται ένα δυναμικό ζευγάρι της Νέας Υόρκης, τους Πολ και Μέρυλ Μόργκαν, που ενώ είναι πολύ επιτυχημένοι επαγγελματικά και κοινωνικά, μεταξύ τους έχουν αποξενωθεί. Κατά τη διάρκεια της προσπάθειάς τους να σώσουν τον γάμο τους, έχουν την ατυχία να γίνουν μάρτυρες σε έναν φόνο και αναγκάζονται να μπουν σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων και να μετακινηθούν σε μια μικρή πόλη της αμερικανικής επαρχίας.

Με ψεύτικες ταυτότητες, οι δύο Νεοϋορκέζοι αστοί τα βρίσκουν δύσκολα στην προσαρμογή τους στη ζωή εκεί, όπου όλοι οπλοφορούν και ασχολούνται ο καθένας με τα κουτσομπολιά του άλλου. Μια κωμική περιπέτεια ξεκινά καθώς, ενώ κρύβονται να ξεφύγουν από έναν πληρωμένο δολοφόνο, έρχονται ξανά κοντά ο ένας στον άλλο και τελικά αναθεωρούν τις προτεραιότητες στη ζωή τους.

Υπάρχει μια ιδιαίτερη κατηγορία ταινιών που δεν είναι ούτε αρκετά καλές ούτε αρκετά κακές ώστε να αξίζει να ειπωθούν για αυτές δυο σοβαρές απόψεις. Ταινίες που δε προσβάλλουν με το περιεχόμενό τους (όπως το "Ugly Truth" για παράδειγμα) ούτε και σε συμπαρασύρουν με το ρομαντικό τους δραμεντί στοιχείο (σαν το "Love Actually") που το έχουμε και πρόσφατο λόγω Χριστουγέννων, και το θυμόμαστε και κάθε φορά που βλέπουμε τον Χιου Γκραντ να κάνει τα γνωστά του κόλπα.

Υπάρχουν ταινίες σαν τους "Μόργκαν". Όπου κάθε ατάκα προσγειώνεται σε μια θάλασσα από χλιαρά μειδιάματα, όπου κάθε εξέλιξη συμβαίνει εν μέσω πλήρους αδιαφορίας, και όπου δυο φωτογενείς σταρ με έξοχο κωμικό timing χαραμίζονται πλήρως από μια παραγωγή που δεν προσπαθεί να κάνει ή να είναι τίποτα. Για ετούτο τον θρίαμβο του Μετρίου γράφτηκε πως "Δεν είναι ο ήχος τριζονιών που ακούς καθώς βλέπεις αυτή την ταινία. Είναι ο ήχος νεκρών τριζονιών." Και αυτό τη συνοψίζει απόλυτα διότι πολύ απλά, είναι προτιμότερο να φεύγεις από την αίθουσα εξοργισμένος με μία (κακή) ταινία, παρά αισθανόμενος αυτό το επιβλητικό Τίποτα.