Τη συγκλονιστική πραγματική ιστορία της θρυλικής στην νορβηγική ιστορία απόδρασης από την κόλαση των φιορδ αφηγείται η ταινία «Βασιλιάς σε μια κόλαση» του Μάριους Χολστ.
Στις αρχές του 20ου αιώνα, σε ένα απομονωμένο σωφρονιστικό ίδρυμα ενός νησιού στα νορβηγικά φιoρδ, μια ομάδα από αγόρια ηλικίας 11 έως 18 ετών βιώνει καθημερινά συνθήκες εντονότατης σωματικής και ψυχολογικής βίας. O διευθυντής του ιδρύματος και οι φύλακες τούς υποβάλλουν σε επίπονες χειρωνακτικές εργασίες και σε κάθε μορφής εξευτελισμούς. Όμως, η άφιξη του 17χρονου Έρλινγκ στο ίδρυμα, πρόκειται να αλλάξει τα πράγματα, καθώς η σφοδρή του επιθυμία να αποδράσει, θα οδηγήσει σταδιακά τον ίδιο και τους συγκρατούμενούς του σε μια βίαιη εξέγερση ενάντια στο απάνθρωπο καθεστώς…
Ο Μάριους Χολστ, διακεκριμένος Νορβηγός σκηνοθέτης και παραγωγός («Δεσμοί Αίματος»), επιστρέφει με μια συγκλονιστική περιπέτεια επιβίωσης, βασισμένη σε ένα πραγματικό περιστατικό με τραγική κατάληξη, το οποίο έλαβε χώρα το δριμύ χειμώνα του 1915 στη νήσο Bastøy, στα νότια του Όσλο. Μια διαχρονική, πανανθρώπινη ιστορία αλληλεγγύης και αυταπάρνησης, που φέρνει αντιμέτωπα το σκληρό πρόσωπο της εξουσίας με το αδάμαστο νεανικό πνεύμα, ενέπνευσε μια εξίσου δυνατή ταινία, που έχει επαινεθεί από κριτικούς και συνεχίζει το σερί ποιότητας του νορβηγικού κινηματογράφου.
Όπως αναφέρει ο σκηνοθέτης, η αφορμή για την ταινία ήρθε από έναν πρώην τρόφιμο της φυλακής. «Πριν από 14 περίπου χρόνια γνώρισα έναν άνδρα, ο οποίος, όταν ήταν έφηβος, έζησε για ένα μεγάλο διάστημα στη νήσο Bastøy βιώνοντας στο πετσί του όλη αυτή τη σκληρότητα», λέει ο Χολστ. «Οι οδυνηρές αναμνήσεις του με ενέπνευσαν να μάθω όσα μπορούσα περισσότερα γύρω από το περιβόητο αυτό σωφρονιστικό ίδρυμα. Κάποια στιγμή ωρίμασε στο μυαλό μου η ιδέα πως η τραγική ιστορία αυτών των αγοριών άξιζε να βγει προς τα έξω, για να λάβει την αναγνώριση που της αρμόζει».
Οι ιστορίες που έμαθε για εκείνη την περίοδο της φυλακής ήταν πρώτης τάξεως υλικά για την ταινία, η οποία «αποτελεί κατά βάση μια διαχρονική ιστορία παραλογισμού, καταπίεσης και ανταρσίας. Παράλληλα, όμως, ανιχνεύει το κακό που “φωλιάζει” σε ιδρύματα αποκομμένα από τον υπόλοιπο κόσμο, εξετάζοντας το πόσο εύκολα μπορεί να χαθεί ο έλεγχος, όταν εκείνοι που θέτουν τους κανόνες καταφεύγουν σε κατάχρηση εξουσίας.»
Το σωφρονιστικό ίδρυμα Bastøy για νεαρά αγόρια εγκαινιάστηκε με στόχο την εφαρμογή μιας νέας νομοθεσίας του 1896, η οποία αφορούσε στη μεταχείριση παραμελημένων από τις οικογένειές τους παιδιών. Η κυρίαρχη ιδέα ήταν πως είναι καλύτερο για τα «προβληματικά» παιδιά να λαμβάνουν μαθήματα καλής κοινωνικής συμπεριφοράς, παρά να τιμωρούνται παραδειγματικά, καθώς υπήρχε η πεποίθηση πως κατ’ αυτό τον τρόπο θα περιοριζόταν κατά πολύ η ροπή τους προς την εγκληματικότητα.
Μετά τα γεγονότα που απεικονίζει η ταινία, όπου μια ισχυρή στρατιωτική δύναμη χρειάστηκε να επέμβει προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία μιας ομάδας ανήλικων αγοριών, το ίδρυμα Bastøy ανέστειλε οριστικά τη λειτουργία του το 1970 και πλέον είναι συνώνυμο της προόδου: φιλοδοξώντας να γίνει η πρώτη οικολογική φυλακή, στεγάζει τους (ενήλικους) φυλακισμένους της σε ξύλινες καλύβες και τους αναθέτει να δουλεύουν τη γη και να παράγουν τα δικά τους προϊόντα.
Συνδυάζοντας «όλη εκείνη τη δράση και την αγωνία που προσφέρει η επίπονη προσπάθεια των αγοριών να αποδράσουν προς την ελευθερία, με την οικειότητα που εξασφαλίζει η λεπτομερής καταγραφή των αναμεταξύ τους σχέσεων», ο Χολστ έδωσε στην ταινία ένα επικό χαρακτήρα. νιώθοντας μια υποχρέωση να πει την ιστορία σωστά, κυρίως απέναντι «σε αυτά τα ανεπιθύμητα αγόρια, που η μοίρα τους έπαιξε ένα τόσο άσχημο παιχνίδι».
Η ταινία κυκλοφορεί την Πέμπτη 8 Δεκεμβρίου από τη Feelgood Entertainment.