Μια εξαιρετικά πρωτότυπη και συγκινητική παράσταση που συνδυάζει την τέχνη του μπαλέτου μ΄αυτή της όπερας, για τη χαρά τη ζωής και την ανάγκη να επενδύουμε στις αξίες που μας φέρνουν κοντά: τη φιλία, την αγάπη, την αλληλεγγύη.
Οι Καρμενσίτας διαδραματίζονται ένα κυριακάτικο πρωινό σ’ ένα πάρκο, όπου μια παρέα παιδιών, ένα τάγμα προσκόπων και ηλικιωμένοι επισκέπτες συναντώνται και κάνουν παρέα. Οι πρόσκοποι, με αρχηγό τους τον Δον ´Ομπρε, έχουν έρθει να εξερευνήσουν τη φύση. Υπάρχουν, όμως, και κάποιοι που έρχονται πρώτη φορά στο πάρκο. Είναι ο Χόρχε και η Χουρχίτα, δύο αδέρφια που τα φέρνει η γιαγιά τους. Βλέπουν ένα κορίτσι, την Κάρμεν, που έρχεται εκείνη την ώρα στο πάρκο για να παίξει μόνη με το μπαλόνι της. Είναι λίγο περίεργη και ανεξάρτητη. Σύντομα εμφανίζεται και ένα άλλο αγόρι μ' ένα γιογιό. Είναι ο Χοσέ. Η Κάρμεν εντυπωσιάζεται τόσο μαζί του που τον ακολουθεί. Θέλει να γίνουν φίλοι. Τελικά, η Κάρμεν, ο Χοσέ, ο Χόρχε και η Χουρχίτα γίνονται μια παρέα και περνάνε υπέροχα στο πάρκο παίζοντας χαρούμενοι. Κερδίζουν τόσο πολύ ο ένας την εμπιστοσύνη του άλλου, που ανταλλάσσουν και παιχνίδια… Σε μια στιγμή, από λάθος, το μπαλόνι της Κάρμεν φεύγει από χέρια του Χοσέ και ανεβαίνει ψηλά στον ουρανό. Η Κάρμεν νευριάζει πολύ. Αρχίζει να κοροϊδεύει τον Χοσέ και για να τον εκδικηθεί πετάει το γιογιό του μακριά, ώστε να χαθεί όπως το μπαλόνι της…. Επικρατεί ένταση και τσακωμοί, όμως τελικά αποδεικνύεται πως η ζωή είναι πιο όμορφη όταν έχεις δίπλα σου αυτούς που αγαπάς…
Οι Καρμενσίτας βασίζονται σε μία ευφάνταστη ιδέα της Α' Χορεύτριας του Μπαλέτου της ΕΛΣ Μαρίας Κουσουνή, μία ιδέα που συνδυάζει την όπερα και το μπαλέτο και βασίζεται στην πασίγνωστη μουσική της «Κάρμεν» του Ζωρζ Μπιζέ. Πρόκειται για ένα έργο που πολύ εύστοχα επιχειρεί, με κύριο όχημα τη βιωματική τέχνη του χορού και λιγότερο το λόγο (αυτός είναι στοιχειώδης και καθαρά βοηθητικός) να μεταδώσει μία εμπειρία ζωής στα παιδιά.
Ιδιαίτερη αίσθηση προξένησαν οι γεμάτες παιδικότητα και πηγαίο αυθορμητισμό χορογραφίες που βασίστηκαν μεν στις κλασικές τεχνοτροπίες του μπαλέτου, ενσωμάτωσαν δε αρμονικά και το σύγχρονο χορευτικό λεξιλόγιο. Oι κινήσεις των δύο βασικών πρωταγωνιστών που ενσάρκωσαν την Κάρμεν και τον Χοσέ (Nατάσσα Σιούπα και Βαγγέλης Μπίκος) ανέδυαν μία έντονη ρομαντική παιδικότητα και μια επιμελή αμηχανία που ήταν πολύ κοντά στη φύση και την κινησιολογία των παιδιών.
Έτσι και με πολύτιμους αρωγους την σκηνοθετική επιμέλεια του Αλέξανδρου Ευκλείδη, τα πολύχρωμα σκηνικά του Γιάννη Κατρανίτσα που έμοιαζαν να έχουν αναδυθεί μέσα από μια ζαχαρένια πολιτεία, τα φανταχτερά κοστούμια της Τότας Πρίτσα και τους εντυπωσιακούς φωτισμούς της Ελευθερίας Ντεκώ, τα παιδιά ταξίδεψαν για μία ώρα στο μαγικό κόσμο της αθωότητας και οι μεγαλύτεροι νοστάλγησαν τις δικές τους μακρινές εποχές.
Εξαιρετική πραγματικά η διασκευή και ενορχήστρωση της μουσικής από τον Γιάννη Μπελώνη και ενδιαφέροντα ήταν τα κείμενα των τραγουδιών της Αιμιλίας Βασιλακάκη. Η Ορχήστρα της Παιδικής Σκηνής, οι Α' Χορευτές, οι Σολίστ, οι Κορυφαίοι, το Corps de Ballet και Μονωδοί της ΕΛΣ έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό,
Αξίζει να δει κάποιος τους Καρμενσίτας; Και βέβαια, γιατί αποτελούν μία ευφάνταστη παράσταση που συνδυάζει το κλασικό με το σύγχρονο, αναβρύζει παιδικότητα, αυθορμητισμό και παιδικό δυναμισμό και ταυτόχρονα μεταδίδει πλήθος καίριων νοημάτων στα παιδιά.
Γεωργία Οικονόμου
[email protected]