Γραμμένη αρχικά με τον τίτλο "Χερώνυμο και Γιοζέφα" το 1807 μέσα από την φυλακή, η νουβέλα του Χάινριχ Φον Κλάιστ, "Σεισμός στη Χιλή", έχει να κάνει με τον έρωτα των δύο χαρακτήρων και την επανένωσή τους κατά την διάρκεια του μεγάλου σεισμού στην Χιλή το 1647.
Εμείς μιλήσαμε με τους συντελεστές της παράστασης, τον Ακύλλα Καραζήση και τους νέους ηθοποιούς στην προσπάθεια μας να αποκρυπτογραφήσουμε ακόμη περισσότερο την παράσταση αυτή.
Ο Ακύλλας Καραζήσης μας είπε χαρακτηριστικά: Με γοήτευσε η γλώσσα. Η γλώσσα του Kleist σε εμπλέκει σε τέτοιο βαθμό στην ίδια την πλοκή του έργου, σε αιχμαλωτίζει μέσα στην πλοκή, είναι σαν να το ζεις. Είσαι έρμαιο της γλώσσας του συγγραφέα.
Τι συμβολίζει ο Σεισμός στη Χιλή; Στο έργο δεν υπάρχουν συμβολισμοί. Εμένα δε μου αρέσουν οι συμβολισμοί. Ο μεγάλος σεισμός της Αθήνας συμβολίζει τίποτα για κανένα; Τίποτα απολύτως. Απλώς ο μεγάλος σεισμός γίνεται, έχει συνέπειες. Η ιστορία αυτή είναι αποτέλεσμα των συνεπειών ενός τεράστιου πραγματικού σεισμού. Δεν έχει κανένα συμβολικό χαρακτήρα απολύτως.
Πού αγγίζει αυτό το έργο το σήμερα; Όλες οι μεγάλες ιστορίες, όλες οι βαθιά γραμμένες ιστορίες, γίνονται αρχετυπικές, αγγίζουν τους πάντες, τα πάντα και πάντα.
Ο Γιώργος Ονησιφόρου αναφέρει χαρακτηριστικά: "Ο Σεισμός στη Χιλή είναι μια ιστορία έρωτα με πολύ αίμα κι εμείς αφηγούμαστε την ιστορία αυτή.Αυτό που με γοήτευσε στο έργο είναι η φράση "και σκέφτονταν τι βάσανα έπρεπε να έρθουν στον κόσμο, για να νιώσουν αυτοί ευτυχισμένοι".
Πώς όμως ήταν η συνεργασία των ηθοποιών με τον Ακύλλα Καραζήση; Η Χαρά Μάτα Γιαννάτου λέει πως "η συνεργασία αυτή είναι εξ αρχής μια παραπάνω από ευχάριστη εμπειρία. Δουλεύουμε πολύ και δουλεύουμε με χαρά και αυτό είναι κάτι που δεν το βρίσκεις εύκολα. Ο ίδιος έχει σαν άνθρωπος μια μεγάλη αγάπη για τη λογοτεχνία και τη γλώσσα και με έναν τρόπο η αγάπη του αυτή μεταδίδεται αβίαστα και σε εμάς. Κι αυτό από μόνο του είναι μεγάλο κέρδος. Αν δε προσθέσει κανείς και το γεγονός ότι ήταν και δάσκαλός μας, είναι σα να μην τελείωσε το μάθημα ποτέ - κρατώντας βέβαια μόνο τα ευχάριστα της εκπαιδευτικής διαδικασίας"!
Η Ελένη Μπούκλη μας μίλησε για τα συναισθήματά της: «Όταν ολοκλήρωσα πρώτη φορά την ιστορία γύριζα πίσω μπρος τις σελίδες, γιατί δεν πίστευα ότι είχε τελειώσει με αυτόν τον τρόπο! Θύμωσα στην αρχή αρκετά, μου άφησε ένα συναίσθημα ανολοκλήρωτο και σαν να μου έλεγε ότι οι πολλοί αποφασίζουν για τον ένα. Στεναχωρήθηκα γιατί διάβαζα ακόμα για έναν έρωτα που πεθαίνει και όχι που ανασταίνεται μέσα από την αγάπη του και δε σου κρύβω ότι ακόμα και σήμερα όταν ξαναδιαβάζω τη νουβέλα έχω παρόμοια συναισθήματα. Έχει πολύ δυνατή γραφή και δεν σου αφήνει περιθώριο κρίσης, σε παίρνει σαν κύμα..»
Ο Γιώργος Κατσής αποκάλυψε τι ρόλο παίζει η μουσική στην παράσταση: «Ένας αριθμός τραγουδιών που ακούγονται στην παράσταση επιλέχτηκαν από τον Ακύλλα Καραζήση. Πρόκειται για μουσική που γράφτηκε την δεκαετία του 70’ με σκοπό να συμπληρώσει την παρόμοια σκηνική ατμόσφαιρα που συντέθηκε για το έργο. Έπειτα υπάρχει ένα τραγούδι το οποίο έχω γράψει ο ίδιος και επιμελήθηκε την ερμηνεία του η Ελένη Μπούκλη, που αφηγείται εν συντομία την ιστορία – σε αγγλικούς στίχους - που θα δει το κοινό αργότερα να παίζουμε. Όλα αυτά είναι απαντήσεις από το λυσάρι βέβαια. Εγώ ο ίδιος δεν γνωρίζω τον πραγματικό τους ρόλο. Ο κάθε θεατής δικαιούται να κατανοήσει τον ρόλο τους όπως εκείνος θέλει».
Τελικά ποιο ρόλο έχει ο καθένας; Ο Κωνσταντίνος Πλεμμένος εξηγεί: «Αρχικά, στην παράστασή μας δεν υπάρχουν ρόλοι, οπότε δεν υπήρξε αυτό που λέμε "προσέγγιση του ρόλου". Πρόκειται για μια κυλιόμενη απνευστί αφήγηση της νουβέλας του Κλάιστ που γίνεται από όλους μας. Μέσα από την αφήγηση αυτή ξεπηδάνε αυθόρμητα χαρακτήρες της ιστορίας που ζωντανεύουν για λίγες μόνο στιγμές μέσα από διαλόγους. Στην πραγματικότητα όλη αυτή η παράσταση έχει διαμορφωθεί ομαδικά, περνάει πολύ γρήγορα από τον έναν στον άλλο. Αυτό ήταν και η μεγαλύτερη πρόκληση στη διαδικασία, η λειτουργία δηλαδή του συνόλου».
Η Κατερίνα Ζησούδη συνδέει εύστοχα την παράσταση με το σήμερα: «Παρόλο που η νουβέλα αυτή γράφτηκε το 1807, ο Κλάιστ μιλάει τόσο βαθιά για τη φύση του ανθρώπου ώστε ξεχνάει κανείς ότι από την εποχή του μας χωρίζουν τόσα χρόνια. Η ουσία της ιστορίας μιλάει για θέματα που σήμερα είναι το ίδιο σημαντικά, ακόμα κι αν αλλάζει ο τρόπος που εκφράζονται. Ο έρωτας, η βία, η μάζα και η δύναμη που μπορεί να αποκτήσει, ο φόβος για αυτό που δεν καταλαβαίνουμε, η ανάγκη να είμαστε αποδεκτοί, η δύναμη της φύσης που σαρώνει, ο ρόλος μιας θρησκείας ή μιας ιδεολογίας σε μια κοινωνία είναι μερικά από αυτά».
Ποιο είναι το στοίχημα που έθεσαν; Η Κατερίνα Παπανδρέου αναφέρει «νομίζω πως το μεγαλύτερο στοίχημα είναι να εισπράξει ο θεατής τη δύναμη και την ομορφιά της γλώσσας που διακατέχει το κείμενο του Kleist, όπως θα την καταλάβαινε κανείς αν είχε διαβάσει το βιβλίο. Αυτή την αγάπη για το λόγο και τη λογοτεχνία νομίζω ότι προσπαθούμε να μεταδώσουμε μέσα από αυτή την υπέροχη ιστορία. Έπιασα τον εαυτό μου να ρωτάει τους φίλους μου όχι αν πέρασαν καλά, ή αν τους άρεσε η παράσταση αλλά αν τους άρεσε η ιστορία που αφηγηθήκαμε. Αν την καταλάβανε και αν τη βρήκανε κι αυτοί εξίσου ενδιαφέρουσα. Οπότε ναι..στο τέλος αυτό είναι μάλλον το μεγαλύτερο κέρδος»
Και πως συνεργάστηκαν όλοι μαζί; Ο Μάνος Βαβαδάκης είναι κάτι παραπάνω από σαφής: «Στην ομάδα είμαστε εννιά. Μαζί με τον Ακύλλα πορευθήκαμε στη δημιουργία αυτής της παράστασης. Φίλοι που γουστάρουν να δουλεύουν και μαζί. Σπάνια συναντάς τόσο ιδανικές συνθήκες εργασίας. Βέβαια, βοηθά ότι έχουμε μάθει κοινό τρόπο δουλειάς και έχουμε κοντινή αντίληψη για το θέατρο».
Γεωργία Οικονόμου