Πέθανε στα 89 του ο Μιχάλης Κακογιάννης

25.07.2011
Πέθανε σε ηλικία 89 ετών ο Μιχάλης Κακογιάννης. Ο σκηνοθέτης άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου είχε εισαχθεί πριν μερικές ημέρες με αναπνευστικά και καρδιολογικά προβλήματα.

Πέθανε σε ηλικία 89 ετών ο Μιχάλης Κακογιάννης. Ο σκηνοθέτης άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», όπου είχε εισαχθεί πριν μερικές ημέρες με αναπνευστικά και καρδιολογικά προβλήματα.

Γεννήθηκε στη Λεμεσό της Κύπρου το 1922 και μεγάλωσε σε μια εύπορη, δεμένη οικογένεια. Ο ποινικολόγος πατέρας του τον στέλνει το 1939 στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομική, την οποία ποτέ δεν ασκεί αφού τον κερδίζουν οι τέχνες. Μετά από μια δεκαετία στην παραγωγή προγραμμάτων για την ελληνική υπηρεσία του BBC World Service, δοκιμάζει για μερικά χρόνια την τύχη του στην ηθοποιία στο θέατρο Old Vic.

Το 1953 επιστρέφει στην Ελλάδα και γυρνάει την πρώτη του ταινία με τίτλο «Κυριακάτικο ξύπνημα» και τρεις μεγάλους αστέρες, τον Δημήτρη Χορν, την Έλλη Λαμπέτη και τον Γιώργο Παππά. Η ταινία προβλήθηκε στο φεστιβάλ του Εδιμβούργου, ξεκινώντας έτσι μια πορεία που θα παραμείνει διεθνής μέχρι και το τέλος της καριέρας του. Την επόμενη χρονιά σκηνοθετεί την θρυλική «Στέλλα», ταινία βασισμένη στο θεατρικό έργο «Η Στέλλα με τα κόκκινα γάντια» του Ιάκωβου Καμπανέλλη. Η ταινία, που παρουσιάστηκε στο φεστιβάλ των Καννών, απογείωσε το άστρο της Μελίνας Μερκούρη και βραβεύτηκε με τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξένης Ταινίας.

Το 1956 επιστρέφει στις Κάννες με το «Κορίτσι με τα μαύρα» με πρωταγωνιστικό δίδυμο τους Λαμπέτη - Χορν και κερδίζει και πάλι διθυραμβικές κριτικές από τον ξένο Τύπο, όπως επίσης και τη Χρυσή Σφαίρα για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά. Η τελευταία του ταινία με την Έλλη Λαμπέτη είναι «Το τελευταίο ψέμα» το 1958 που επίσης προβλήθηκε στο φεστιβάλ Καννών, ενώ το 1960 ολοκληρώνει το «Eroica» που συμμετείχε στα φεστιβάλ Βερολίνου και Λονδίνου.

Το 1962 προβάλλεται η πρώτη ταινία της «κλασικής» τριλογίας του, «Ηλέκτρα», που βραβεύεται στις Κάννες και είναι υποψήφια για το ξενόγλωσσο Όσκαρ, ενώ συγκαταλέγεται ανάμεσα στις πιο δυνατές ερμηνείες στην καριέρα της Ειρήνης Παππά. Ο «Αλέξης Ζορμπάς» του 1964 είναι φυσικά η αθάνατη στιγμή στην καριέρα του, με τη βοήθεια της μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη που όχι μόνο «δημιούργησε» το συρτάκι αλλά έχει ταυτιστεί σε παγκόσμιο επίπεδο με την ίδια την Ελλάδα. Η ταινία κέρδισε τρία Όσκαρ (Β’ Γυναικείου Ρόλου για την Λίλα Κέντροβα, Ασπρόμαυρης Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης για τον Βασίλη Φωτόπουλο και Ασπρόμαυρης Φωτογραφίας για τον Βάλτερ Λασάλι), ενώ ήταν ο Κακογιάννης ήταν προσωπικά υποψήφιος για άλλα τρία: Καλύτερης Ταινίας (ως ο παραγωγός), Καλύτερης Σκηνοθεσίας και Καλύτερου Σεναρίου.

Την κλασική τριλογία, την οποία ξεχώριζε και ο ίδιος ως την πιο ενδιαφέρουσα στιγμή της καριέρας του, ολοκληρώνει με τις «Τρωάδες» (1971), στην όποια πρωταγωνιστούσαν η Κάθριν Χέμπορν, η Βανέσα Ρεντγκρεϊβ και η Ειρήνη Παππά, και την «Ιφιγένεια» (1976) με τους Τατιάνα Παπαμόσχου, Ειρήνη Παππά, που σήμανε και την τελευταία φορά που ήταν υποψήφιος για το ξενόγλωσσο Όσκαρ. Εν τω μεταξύ ολοκληρώνει το ντοκιμαντέρ «Αττίλας ‘74», την πιο ανοιχτά πολιτική ταινία του, για τα γεγονότα της τουρκικής εισβολής στην γενέτειρά του Κύπρο. Μετά τα «Γλυκιά πατρίδα» (1986) και «Πάνω, κάτω και πλαγίως» (1992), ο Κακογιάννης ολοκληρώνει τη καριέρα του με τον «Βυσσινόκηπο» το 1999 με πρωταγωνίστρια τη Σαρλότ Ράμπλινγκ.

Στα τέλη του 2003 συνέστησε το κοινωφελές ίδρυμα που φέρει το όνομά του, επιθυμώντας, όπως αναφέρεται στην ιστοσελίδα του, «να δημουργήσει έναν φορέα πολιτισμού που θα διαθέτει σύγχρονα μέσα, καινοτόμες ιδέες αλλά και καλλιτεχνική άποψη». Ο ανεξάρτητος πολιτιστικός φορέας συνεχίζει να δραστηριοποιείται μέχρι σήμερα.

Τον Ιανουάριο του 2011 κυκλοφόρησε το ογκώδες λεύκωμα «Μιχάλης Κακογιάννης – Κινηματογράφος» που περιέχει πλούσιο, και σε μερικές περιπτώσεις μέχρι τότε ανέκδοτο, φωτογραφικό υλικό από όλες τις ταινίες του. Στις 3 Μαΐου, η Ελληνική Ακαδημία Κινηματογράφου, της οποίας ήταν επίτιμο μέλος, τον βράβευσε για τη συνολική προσφορά του στην έβδομη τέχνη. Κινήθηκε όμως και πέρα από τα όρια του κινηματογράφου. Σκηνοθέτησε την όπερα «Το Πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» στη Metropolitan Opera της Νέας Υόρκης και την όπερα «Η μεγαλοψυχία του Τίτου» στη Γαλλία. Το 1983 σκηνοθέτησε το δεύτερο ανέβασμα του μιούζικαλ «Zorba» σε θέατρο του Μπρόντγουεϊ, παράσταση στην οποία πρωταγωνιστούσε ο Άντονι Κουίν. Με τα σύγχρονα δράματα των πόλεων και τις αρχαίες τραγωδίες του αγρού, ο Μιχάλης Κακογιάννης «κατάφερε να συμπυκνώσει όσο κανένας άλλος την ελληνική ψυχή στις ταινίες του», όπως ανέφερε ο Δημήτρης Παπαϊωάννου στο ντοκιμαντέρ της Λυδίας Καρρά «Μια ζωή μια εποχή - Μιχάλης Κακογιάννης».

Ο σπουδαίος αυτός σκηνοθέτης ήταν ο πρώτος που πέρασε τα σύνορα με ελληνόφωνες ταινίες, και ήταν θαμώνας των σημαντικότερων φεστιβάλ και απονομών. Συνεργάστηκε με τους καλύτερους καλλιτέχνες της εποχής του και σε αντάλλαγμα τούς έδωσε τους πιο σημαντικούς ρόλους της καριέρας τους. Χρησιμοποίησε σαν πρώτο υλικό τις αρχαίες τραγωδίες αλλά δημιούργησε και τους δικούς του μύθους στην Μελίνα Μερκούρη, την Έλλη Λαμπέτη και την Ειρήνη Παππά. Ως γνήσιος κοσμοπολίτης συναναστράφηκε μεταξύ άλλων με τους Τζορτζ Όργουελ, Μαρία Κάλλας, Αριστοτέλη Ωνάση και Τζάκι Κένεντυ, Σιμόν Ντε Μποβουάρ και Ζαν-Πολ Σαρτρ, και φυσικά με τους κυριότερους εκπροσώπους των τεχνών στην Ελλάδα. Οι ταινίες του θα παραμείνουν ανάμεσα στις κλασικές της ελληνικής κινηματογραφίας και το Ίδρυμά του θα μείνει ως κληρονομιά στις τέχνες και τον πολιτισμό.

*Γίνε twitter follower του e-go timeout εδώ!
*Ακολούθησέ μας στο Facebook
εδώ!